Είδος: Δραματική
Σενάριο / Σκηνοθεσία: Μιχάλης Κακογιάννης
Παραγωγή: Μήλας Φιλμ
Πρωταγωνιστούν: Μελίνα Μερκούρη, Γιώργος Φούντας, Αλέκος Αλεξανδράκης, Χριστίνα Καλογερικού, Σοφία Βέμπο, Σοφία Ζουμπουλάκη, Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, Τασώ Καββαδία, Νίτσα Παππά, Κώστας Κακκαβάς
Διάρκεια: 90’
Εισιτήρια: 134.142
Α' Προβολή: 21/11/1955
Υπόθεση:
Η Στέλλα είναι τραγουδίστρια στο κέντρο Παράδεισος, που διευθύνει η Μαρία και έχει δεσμό με τον Αλέκο, γόνο πλούσιας οικογένειας. Για μια ακόμη φορά, αυτή θα είναι που θα θέσει τέρμα στο δεσμό τους, πριν έρθει η φθορά. Ο Αλέκος θα σκοτωθεί σε ένα ατύχημα. Η Στέλλα αρχικά θα αποφύγει την στενή πολιορκία του ποδοσφαιριστή του Ολυμπιακού, Μίλτου. Αργότερα θα υποκύψει στη γοητεία του. Όμως θα θέσει τους δικούς της όρους προκειμένου να συνεχιστεί η σχέση τους.
Σχόλια:
H βραβευμένη με Χρυσή Σφαίρα Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας «Στέλλα» το 1955, είναι κάτι παραπάνω από μια υπέροχη ιστορία αγάπης. Είναι ένα σημείο αναφοράς για την εποχή της, αφού μέσα από τη σχέση της ασυμβίβαστης Στέλλας (Μελίνα Μερκούρη) με τον εγωιστή Μίλτο (Γιώργος Φούντας), ο δημιουργός της εκφράζει την προσωπική του ματιά σε μια εποχή δύσκολη, μια χρονιά σημαντική για την Ελλάδα. Η εκπληκτική ερμηνεία της Μελίνας Μερκούρη ανάγει τη «Στέλλα» σε σύμβολο ελευθερίας και ανεξαρτησίας τόσο βαθιά ελληνικό, που ακόμα και σήμερα προκαλεί συγκίνηση, ενώ η αξέχαστη ατάκα του Μίλτου (Γιώργος Φούντας) «Στέλλα, κρατάω μαχαίρι», ανήκει στην ανθολογία του ελληνικού κινηματογράφου. Δεύτερη και καλύτερη παρουσία στο διαγωνιστικό τμήμα του Φεστιβάλ των Καννών για τον Μιχάλη Κακογιάννη με τη γνωστή «Στέλλα» του, σε παραγωγή Μήλας Φιλμ. Το σενάριο είναι του ιδίου και του Ιάκωβου Καμπανέλλη και η μουσική του Μάνου Χατζιδάκη. Πρόκειται για διασκευή από το θεατρικό έργο του Καμπανέλλη «Η Στέλλα με τα κόκκινα γάντια», εμπνευσμένο δραματουργικά από το μύθο της Κάρμεν. Ένας άλλος μύθος τραγουδά από τη μεγάλη οθόνη στο κοινό των Καννών, η Μελίνα Μερκούρη φυσικά που συμπρωταγωνιστεί δίπλα στον Γιώργο Φούντα. Η ταινία, εκτός φυσικά από τη συμμετοχή της στις Κάννες, έχει κερδίσει και μία υποψηφιότητα για Όσκαρ ενδυματολογίας και το βραβείο των Αμερικανών Κριτικών καλύτερης ξένης ταινίας το 1956. Ήταν η τελευταία ταινία της Μήλλας Φιλμ. Σε αυτή πραγματοποίησαν την πρώτη κινηματογραφική εμφάνισή τους η Μελίνα Μερκούρη και ο Κώστας Κακκαβάς. Η συμβολή του Μάνου Χατζιδάκη σ' αυτή τη τομή της Ελληνικής μουσικής ήταν τεράστια.
Ο Κακογιάννης με τη «Στέλλα» του και το «κορίτσι με τα μαύρα» χαρακτηρίστηκε ως «ο μαθητής του Σοφοκλή». Ο τρόπος με τον οποίο στέκεται απέναντι στη Μελίνα Μερκούρη θυμίζει τραγωδία και Αντιγόνη, και τα σχόλια του ξένου Τύπου στις Κάννες ήταν ιδιαίτερα ευνοϊκά για την ηρωίδα πρότυπο της γυναικείας απελευθέρωσης.
Αυτή ακριβώς η ηρωίδα που διαλέγει το δικό της δρόμο αντιμετώπισης των αντιλήψεών της ενόχλησε τα αριστερά έντυπα «Αυγή» και «Επιθεώρηση Τέχνης» με αποτέλεσμα να επιτεθούν σκληρά κατά της ταινίας του Κακογιάννη.
Ατάκες:
ΜΙΛΤΟΣ (ΦΟΥΝΤΑΣ): Στέλλα, φύγε... φύγε, Στέλλα, θα σε σκοτώσω... Στέλλα, δε με ακούς;... κρατάω μαχαίρι... πες μου πως μετάνιωσες, πως θα με παντρευτείς και το πετάω... Στέλλα, φύγε... γιατί δε φεύγεις; Γιατί;
ΣΤΕΛΛΑ (ΜΕΡΚΟΥΡΗ): (καθώς τη μαχαιρώνει) Φίλα με, Μίλτο... φίλα με.
ΜΙΛΤΟΣ: Στέλλα, αγάπη μου...
ΣΤΕΛΛΑ: Φίλα με αγάπη μου...
(πέφτει νεκρή στην αγκαλιά του)
Και οι αρνητικές κριτικές της εποχής
(από το http://el.wikiquote.org)
...Σε πολλά σημεία της ταινίας, οι ήρωές της "μαρτυράνε" ότι φέρονται έτσι ή αλλιώς, όχι επειδή το θέλουν εκείνοι, αλλά επειδή το θέλει ο σεναρίστας ή ο σκηνοθέτης. Κι έτσι, στα σημεία αυτά, η ταινία παίρνει έναν τόνο φιλολογίας, ότι πιο θανάσιμο μπορεί να καταραστεί κανένας σ' ένα έργο.
Φιλολογία υπάρχει στις υπερβολές των χαρακτήρων. Φιλολογία σε πολλά σημεία του διαλόγου. Φιλολογία σε πολλές "λαϊκές" εξαλλοσύνες. Φιλολογία υπάρχει ακόμα, στο χειρισμό του θέματος των "μπουζουκιών", που έχασαν, δυστυχώς, τη γνησιότητά τους από τότε που έγιναν συρμός του "καλού κόσμου". (...)
Στον τομέα όμως της ερμηνείας, η "Στέλλα" είναι μιά σχεδόν ολοκληρωτική επιτυχία. Η Μελίνα Μερκούρη "εισελαύνει", μπορείς να πεις, στην ελληνική οθόνη, παίζοντας μ' έναν αναντικατάστατο αυθορμητισμό την ατίθαση Στέλλα, δίνοντας ζωντάνια και πειστικότητα στις περισσότερες εκρήξεις της. (...) Στο σύνολο, η "Στέλλα" είναι από την υποκριτική άποψη, ο πρώτος χαρακτήρας τού ελληνικού κινηματογράφου.
(Μάριος Πλωρίτης, "Ελευθερία")
...Η χυδαιότητα και η ξετσιπωσιά παρουσιάζονται σαν ηρωισμός. Η μαγκιά και το σερτιλίκι, σαν παλληκαριά. (...) Το ξετραχηλισμένο αυτό γύναιο, η γυναίκα που δεν θέλει να παντρευτεί για να 'χει το ελεύθερο να γλεντάει τη ζωή της, είναι ένας χαρακτήρας; Πιστεύουν πως η προσπάθειά της, η "πάλη" της να προασπίσει μιαν ανήθικη, μια διεστραμμένη ασυδοσία, μπορεί να κινήσει τη συμπάθεια ή το θαυμασμό, ή πως το μαχαίρωμά της από έναν αλήτη είναι τραγωδία; (...)
Ο κ. Κακογιάννης, ξένος ακόμα στον τόπο μας, χρωστάει να μελετήσει βαθύτερα την ελληνική πραγματικότητα που μπορεί να περιλαμβάνει ακόμα, σ' έναν κάποιο βαθμό, τα μπουζούκια, δεν κλείνεται όμως σ' αυτά. Η αισθητική του συνταύτιση με τον θιασώτη των μπουζουκιών και συνθέτη του "Καταραμένου φιδιού" Μάνο Χατζηδάκι είναι το λιγότερο αποκαρδιωτική. Όπως κι εκείνος, δε θα συγκινήσει παρά μόνο τους εστέτ.
(Αντώνης Μοσχοβάκης, "Επιθεώρηση Τέχνης")
...Αυτό που βλέπουμε πάντως, είναι ένα ξεδιάντροπο μελόδραμα, που προβάλλει ότι χαμηλότερο, ότι πιο "λούμπεν", ότι πιο χυδαίο και καθυστερημένο στοιχείο υπάρχει στη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα. Είναι ένα καλομελετημένο συνοθύλευμα χυδαίου νατουραλισμού, μοιρολατρίας γαλλικής σχολής (της προπολεμικής εποχής), ψευτοελληνικού λαογραφικού στοιχείου (σερβίρει στους ξένους για Ελλάδα τα τουρκοανατολίτικα μπουζούκια -που κι εδώ πέρασε η μόδα τους-, το νταηλίκι, τη σεξουαλική ασυδοσία, το σουγιάδιασμα, την αλητεία κλπ.) ψεύτικης τολμηρότητας. (...)
Λευτεριά λοιπόν στις γυναίκες να πηγαίνουν με τον πρώτο που θα τους αρέσει, και πετύχαμε την ανεξαρτησία μας! Δυστυχώς, θα 'ναι πολλά τα θύματα της τολμηρότητας του Κακογιάννη.
Κι ένα καθαρά θετικό σημείο της ταινίας: Μας αποκαλύπτει μια καταπληκτική ηθοποιό του κινηματογράφου, τη Μελίνα Μερκούρη. Χρησιμοποιεί τις υποκριτικές της δυνατότητες με αφάνταστη φυσικότητα, σε μια κλίμακα που πάει απ' την πιο φτηνή χυδαιότητα ως τον πιο δυνατό δραματικό τόνο. Νοιώθεις πως βλέπεις μιαν ηθοποιό κι όχι καμμιά χολυγουντιανή άψυχη κούκλα. Μέχρι σήμερα ο ελληνικός κινηματογράφος δεν μας έχει δώσει τέτοια παρουσία.
(Κώστας Σταματίου, "Η Αυγή")
...Η "Στέλλα", χάρη και στην έκτακτη ενσάρκωσή της από τη Μελίνα Μερκούρη, που είναι άψογη και το πολύ - πολύ που μπορεί να της βρει κανείς είναι ότι ορισμένες στιγμές δείχνει κάποια ευγένεια εμφανίσεως περισσότερη από εκείνη που αποζητεί ο τύπος τής γυναίκας του λαϊκού καμπαρέ, η "Στέλλα" λοιπόν, προσφέρει με παραστατική ενάργεια ένα στοιχείο που η ελληνική οθόνη δεν μας έχει ξαναδώσει. (...)
Τα τελευταία 15 λεπτά της ταινίας είναι έξοχα. Είναι καλός, δυνατός, πρώτης τάξεως κινηματογράφος. Το δραματικό φινάλε, μάλιστα, δοσμένο τόσο έντονα και τόσο αδρά, είναι κάτι που αφήνει συγκλονιστική εντύπωση στον θεατή.
(Αχιλλέας Μαμάκης, "Έθνος")
πηγή υπόθεσης: Multimedia CD-ROM Ελληνικός Κινηματογράφος 1997 ΕΘΝΟDATA
πηγή σχολίων: Cine.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου