Δευτέρα 24 Οκτωβρίου 2016

Σαν σήμερα, το 1963... Απονεμήθηκε στον Γιώργο Σεφέρη το πρώτο ελληνικό Νόμπελ


Ο Γιώργος Σεφέρης (δεξιά) παραλαμβάνει το Νόμπελ Λογοτεχνίας από τον Βασιλιά της Σουηδίας Γουσταύο - Αδόλφο, στην τελετή που πραγματοποιήθηκε στη Στοκχόλμη, στις 10 Δεκεμβρίου 1963

Σαν σήμερα, ακριβώς 53 χρόνια πριν, στις 24 Οκτωβρίου 1963, απονεμήθηκε το πρώτο βραβείο Νόμπελ που ελάμβανε ποτέ η Ελλάδα.
Η Σουηδική Ακαδημία επέλεξε να βραβεύσει έναν Έλληνα ποιητή με στιβαρή παρουσία στα γράμματα, τον Γιώργο Σεφέρη. Ο ποιητής της «Στροφής», της «Στέρνας», του «Μυθιστορήματος», των τριών «Ημερολογίων καταστρώματος», του «Τελευταίου σταθμού», της «Κίχλης», επελέγη από τα 18 μέλη της Σουηδικής Ακαδημίας, για την ύψιστη λογοτεχνική διάκριση. Την ανακοίνωση έκανε στους δημοσιογράφους ο γραμματέας της Ακαδημίας Άντερς Όστερλινγκ. Σε άλλη συνέντευξή του, στον ραδιοφωνικό σταθμό της Στοκχόλμης, ο Όστερλινγκ εξήγησε ότι «μπορεί μεν η Ελλάδα να περίμενε επί μακρόν τον στέφανο της δάφνης», ωστόσο η βράβευση που ήρθε ήταν δίκαιη. Και περιέγραψε την ποίηση του βραβευθέντος ως εξής: «Από τεχνικής απόψεως, ο Σεφέρης έχει επηρεαστεί από τον Έλιοτ. Στο βάθος όμως δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο τόνος του συχνά αντανακλά μια σπασμένη ηχώ της μουσικής ενός αρχαίου ελληνικού χορού».



Το ρεπορτάζ των «ΝΕΩΝ» της 25ης Οκτωβρίου 1963,
με αποκλειστική συνέντευξη του ποιητή

Η αλήθεια είναι ότι το διάστημα εκείνο η χώρα βάδιζε προς μια νέα πολιτική τραγωδία. Το βραβείο δόθηκε λίγο μετά τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη, τον Μάιο στη Θεσσαλονίκη, στη διάρκεια μιας προεκλογικής περιόδου που, όταν ολοκληρώθηκε, δεν έλυσε το πολιτικό πρόβλημα της χώρας. Δύο χρόνια πριν από τα γεγονότα της Αποστασίας και τέσσερα χρόνια πριν από τη δικτατορία, ωστόσο, η ελληνική κοινή γνώμη, έστω για λίγο, είχε την ευκαιρία μέσω μιας κορυφαίας διεθνούς αναγνώρισης να κοιταχθεί στον καθρέφτη της αυτογνωσίας. «Βουλιάζει όποιος σηκώνει τις μεγάλες πέτρες», έγραφε ο Σεφέρης. Ποιος μπορούσε, όμως, εδώ, τότε, έτσι όπως είχαν τα πράγματα, να τον καταλάβει;
Η είδηση της βράβευσης με Νόμπελ του Γιώργου Σεφέρη δεν άλλαξε την ιεράρχηση των ειδήσεων στον ελληνικό Τύπο: οι κρίσιμες εκλογές της 3ης Νοεμβρίου 1963, στις οποίες όλοι ανέμεναν ανατροπή της ΕΡΕ, ήταν πρώτο θέμα στα «ΝΕΑ» της επόμενης ημέρας, Παρασκευής 25 Οκτωβρίου 1963. Σε προβεβλημένο δίστηλο, ωστόσο, κάτω από τη γελοιογραφία του Φωκίωνος Δημητριάδη, η είδηση τραβούσε το μάτι. «Βαρυσήμαντο γεγονός η απονομή Νομπέλ», σημείωνε η εφημερίδα, χρησιμοποιώντας απόσπασμα της δήλωσης του υπηρεσιακού πρωθυπουργού Στυλιανού Μαυρομιχάλη, η οποία ανήγγελλε αποκλειστική συνέντευξη του ποιητή στη δεύτερη σελίδα -τη σελίδα των «Καλλιτεχνικών».


Το κεντρικό ρεπορτάζ υπέγραφε ο Κώστας Σταματίου, ο οποίος, πριν καταγράψει τις στιχομυθίες της συνέντευξης Τύπου, σημείωνε δίνοντας το πανηγυρικό κλίμα:
«Με το μάτι του ήρωά του Στράτη Θαλασσινού, ο οποίος πολύ περιπλανήθη εις τον βίον του κι' είδε πολλά και τρομερά, μες στην ψυχή του κι' έξω, έτσι που τίποτα πια να μη μπορή να τον ξαφνιάση, δέχτηκε ο Σεφέρης το μέγα Νόμπελ. Γαλήνιος στην απ' ανέκαθεν -όπως θα έλεγε κι' ο Εγγονόπουλος- ασίγαστην ανησυχία του, διόλου δεν εταράχθη [...]. Έτσι, η μόνη ξαφνιασμένη στην όλην ιστορία ήτανε χθες η κοπέλλα του σπιτιού, που έβλεπε τους βαρβάρους να εισβάλλουν απανωτά, με "κάμερες" και "φλας" κι' άλλα διαβολικά σύνεργα του εικοστού αιώνος και να χαλούν την συνήθη ελληνική αρμονία και τη νησιώτικη πάστρα του σκαρφαλωμένου στη ράχη του Αρδηττού υδραίικου αρχοντικού του ποιητή. Η οδός Άγρας, στενό χωματένιο σοκάκι, ξεχασμένο από τον Δήμο στην προεπαναστατική του κατάσταση, πρώτη φορά έβλεπε τόση κίνηση[...]».
Η εφημερίδα, ωστόσο, δημοσίευσε και αποκλειστική συνέντευξη στον Γιώργο Πηλιχό, που φιλοξενήθηκε στην ίδια σελίδα. Ερωτώμενος για τις επιρροές του, ο ποιητής απάντησε ότι είναι άλλων δουλειά να μιλούν γι' αυτά. Μίλησε όμως για τους ποιητές που αγάπησε. «Μπορώ να σας πω μερικά ονόματα, αρχίζοντας απ' τον Όμηρο και φτάνοντας ως τον Σολωμό [...]. Μπορώ, επίσης, να σας πω ότι παρακολούθησα και παρακολουθώ ό,τι γίνεται γύρω μου, στον έξω κόσμο», τόνισε, κάνοντας ονομαστικές αναφορές στον Μαρσέλ Προυστ, στον Πολ Βαλερί και, βεβαίως, στον Τ.Σ. Ελιοτ.
Σε άλλη στήλη, η εφημερίδα ανήγγελλε την ημέρα της απονομής του βραβείου στη Στοκχόλμη, ενώπιον του βασιλιά της Σουηδίας, καθώς και το χρηματικό αντίτιμο του βραβείου: 1.534.740 δραχμές.


Στην απονομή στην Στοκχόλμη, ο Γιώργος Σεφέρης απήθυνε μια ομιλία που έχει μείνει ιστορική και διαβάζεται πάντα με σαφείς αναφορές στην ιστορική συνθήκη κάθε στιγμής.

«Τούτη την ώρα αισθάνομαι πως είμαι ο ίδιος μια αντίφαση. Αλήθεια, η Σουηδική Ακαδημία έκρινε πως η προσπάθειά μου σε μια γλώσσα περιλάλητη επί αιώνες, αλλά στην παρούσα μορφή της περιορισμένη, άξιζε αυτή την υψηλή διάκριση. Θέλησε να τιμήσει τη γλώσσα μου, και να – εκφράζω τώρα τις ευχαριστίες μου σε ξένη γλώσσα. Σας παρακαλώ να μου δώσετε τη συγγνώμη που ζητώ πρώτα πρώτα από τον εαυτό μου.
Ανήκω σε μια χώρα μικρή. Ένα πέτρινο ακρωτήρι στη Μεσόγειο, που δεν έχει άλλο αγαθό παρά τον αγώνα του λαού του, τη θάλασσα, και το φως του ήλιου. Είναι μικρός ο τόπος μας, αλλά η παράδοσή του είναι τεράστια και το πράγμα που τη χαρακτηρίζει είναι ότι μας παραδόθηκε χωρίς διακοπή. Η ελληνική γλώσσα δεν έπαψε ποτέ της να μιλιέται. Δέχτηκε τις αλλοιώσεις που δέχεται καθετί ζωντανό, αλλά δεν παρουσιάζει κανένα χάσμα.
Άλλο χαρακτηριστικό αυτής της παράδοσης είναι η αγάπη της για την ανθρωπιά· κανόνας της είναι η δικαιοσύνη. Στην αρχαία τραγωδία, την οργανωμένη με τόση ακρίβεια, ο άνθρωπος που ξεπερνά το μέτρο πρέπει να τιμωρηθεί από τις Ερινύες. O ίδιος νόμος ισχύει και όταν ακόμη πρόκειται για φυσικά φαινόμενα: «Ήλιος ουχ υπερβήσεται μέτρα» λέει ο Ηράκλειτος· «ει δε μη, Ερινύες μιν Δίκης επίκουροι εξευρήσουσιν».
Συλλογίζομαι πως δεν αποκλείεται ολωσδιόλου να ωφεληθεί ένας σύγχρονος επιστήμων, αν στοχαστεί τούτο το απόφθεγμα του Ίωνα φιλοσόφου. Όσο για μένα συγκινούμαι παρατηρώντας πως η συνείδηση της δικαιοσύνης είχε τόσο πολύ διαποτίσει την ελληνική ψυχή, ώστε να γίνει κανόνας και του φυσικού κόσμου. Και ένας από τους διδασκάλους μου, των αρχών του περασμένου αιώνα, γράφει: «...θα χαθούμε, γιατί αδικήσαμε...». Αυτός ο άνθρωπος ήταν αγράμματος· είχε μάθει να γράφει στα τριάντα πέντε χρόνια της ηλικίας του. Αλλά στην Ελλάδα των ημερών μας, η προφορική παράδοση πηγαίνει μακριά στα περασμένα όσο και η γραπτή. Το ίδιο και η ποίηση. Είναι για μένα σημαντικό το γεγονός ότι η Σουηδία θέλησε να τιμήσει και τούτη την ποίηση και όλη την ποίηση γενικά, ακόμη και όταν αναβρύζει ανάμεσα σ' ένα λαό περιορισμένο. Γιατί πιστεύω πως τούτος ο σύγχρονος κόσμος όπου ζούμε, ο τυραννισμένος από το φόβο και την ανησυχία, τη χρειάζεται την ποίηση. Η ποίηση έχει τις ρίζες της στην ανθρώπινη ανάσα –και τι θα γινόμασταν, αν η πνοή μας λιγόστευε; Είναι μια πράξη εμπιστοσύνης –κι ένας Θεός το ξέρει αν τα δεινά μας δεν τα χρωστάμε στη στέρηση εμπιστοσύνης.


Παρατήρησαν, τον περασμένο χρόνο, γύρω από τούτο το τραπέζι, την πολύ μεγάλη διαφορά ανάμεσα στις ανακαλύψεις της σύγχρονης επιστήμης και στη λογοτεχνία· παρατήρησαν πως ανάμεσα σ' ένα αρχαίο ελληνικό δράμα και ένα σημερινό η διαφορά είναι λίγη. Ναι, η συμπεριφορά του ανθρώπου δε μοιάζει να έχει αλλάξει βασικά. Και πρέπει να προσθέσω πως νιώθει πάντα την ανάγκη ν' ακούει τούτη την ανθρώπινη φωνή που ονομάζουμε ποίηση.
Αυτή τη φωνή που κινδυνεύει να σβήσει κάθε στιγμή από στέρηση αγάπης και ολοένα ξαναγεννιέται. Κυνηγημένη, ξέρει πού να βρει καταφύγιο· απαρνημένη, έχει το ένστικτο να πάει να ριζώσει στους πιο απροσδόκητους τόπους. Γι' αυτή δεν υπάρχουν μεγάλα και μικρά μέρη του κόσμου. Το βασίλειό της είναι στις καρδιές όλων των ανθρώπων της γης. Έχει τη χάρη ν' αποφεύγει πάντα τη συνήθεια, αυτή τη βιομηχανία. Χρωστώ την ευγνωμοσύνη μου στη Σουηδική Ακαδημία, που ένιωσε αυτά τα πράγματα· που ένιωσε πως οι γλώσσες, οι λεγόμενες περιορισμένης χρήσης, δεν πρέπει να καταντούν φράχτες, όπου πνίγεται ο παλμός της ανθρώπινης καρδιάς· που έγινε ένας Άρειος Πάγος ικανός: να κρίνει με αλήθεια επίσημη την άδικη μοίρα της ζωής, –για να θυμηθώ το Σέλλεϋ, τον εμπνευστή, καθώς μας λένε, του Αλφρέδου Νομπέλ, αυτού του ανθρώπου που μπόρεσε να εξαγοράσει την αναπόφευκτη βία με τη μεγαλοσύνη της καρδιάς του.
Σ' αυτό τον κόσμο, που ολοένα στενεύει, ο καθένας μας χρειάζεται όλους τους άλλους. Πρέπει ν' αναζητήσουμε τον άνθρωπο, όπου και να βρίσκεται.
Όταν, στο δρόμο της Θήβας, ο Oιδίπους συνάντησε τη Σφίγγα κι αυτή του έθεσε το αίνιγμά της, η απόκρισή του ήταν: ο άνθρωπος. Τούτη η απλή λέξη χάλασε το τέρας. Έχουμε πολλά τέρατα να καταστρέψουμε. Ας συλλογιστούμε την απόκριση του Oιδίποδα.»

http://www.iefimerida.gr
http://www.tanea.gr/
http://mikrosserifis.blogspot.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...