Σαν σήμερα (16 Νοεμβρίου 1971) "έφυγε" στα 67 του χρόνια στη Νέα Υόρκη και πάνω στο πάλκο, ο λαϊκός οργανοπαίκτης, τραγουδιστής και συνθέτης Στράτος Παγιουμτζής. Μια από τις πλέον αυθεντικές μορφές του ρεμπέτικου τραγουδιού, ο Παγιουμτζής γεννήθηκε στα 1904 στη Μικρά Ασία και έζησε μεγάλο μέρος της ζωής του στο Αιγάλεω. Συνεργάσθηκε με τα περισσότερα από τα μεγάλα ονόματα του χώρου, ενώ ήταν προσωπικός φίλος του Γιώργου Ζαμπέτα. Ο τελευταίος, μάλιστα, κάλυψε τα έξοδα για τη μεταφορά της σορού του καλλιτέχνη στην Ελλάδα, μετά τον αιφνίδιο θάνατό του.
Τετράς, η ξακουστή του Πειραιώς
Μαρκος Βαμβακάρης, Ανέστος Δεληάς, Γεώργιος Μπάτης, Στράτος Παγιουμτζής
Μαρκος Βαμβακάρης, Ανέστος Δεληάς, Γεώργιος Μπάτης, Στράτος Παγιουμτζής
Παγιουμτζής Στράτος, Μπέλλου Σωτηρία
Στα μέσα της δεκαετίας του '30 η φωνή του Στράτου Παγιουμτζή είναι ήδη μύθος. Από τότε αναφέρεται μόνο με το μικρό του όνομα, ακόμα και σε ετικέτες δίσκων. Το 1935 τον χρησιμοποιεί ως ερμηνευτή ο Βαγγέλης Παπάζογλου («Σαν εγύριζα απ' την Πύλο») και από το 1937 και άλλοι μεγάλοι Μικρασιάτες δημιουργοί: Ο Παναγιώτης Τούντας («Περσεφόνη μου γλυκιά», «Είν' ευτυχής ο άνθρωπος» κ.ά.), ο Κώστας Σκαρβέλης («Σε γελάσανε», «Ο κόσμος πλούτη λαχταρά» κ.ά.) και ο Σπύρος Περιστέρης («Θαλασσινό μεράκι», «Για σένα μαυρομάτα μου» κ.ά.).
Το 1938 ο Στράτος θα τραγουδήσει Μανώλη Χιώτη («Δε λες το ναι και συ») και μερικά απ' τα καλύτερα τραγούδια του Μπαγιαντέρα («Γυρνώ σαν Νυχτερίδα», «Χατζηκυριάκειο»). Με τον Τσιτσάνη είχε γνωριστεί μερικούς μήνες νωρίτερα και μαζί του θα ξεκινήσει μια πολύχρονη συνεργασία. Δεκάδες πασίγνωστα τραγούδια του Τσιτσάνη πρωτοηχογραφήθηκαν με τη φωνή του Στράτου Παγιουμτζή, κάτι που δεν είναι καθόλου άσχετο με την επιτυχία τους.
Μετά την Κατοχή, ο Στράτος συνεχίζει τη συνεργασία του με τους παλιότερους λαϊκούς δημιουργούς (Μάρκο, Τσιτσάνη, Χιώτη κλπ.) και με νέους, όπως ο Απόστολος Καλδάρας («Πάνω σ' ένα βράχο») και ο Γιώργος Μητσάκης («Μάγκας βγήκε για σεργιάνι»). Θα συνεχίσει στη δισκογραφία ως τα μέσα της δεκαετίας του '50, οπότε με την άνθηση του αρχοντορεμπέτικου η καριέρα του θα πάρει την κατιούσα.
Στις αρχές της δεκαετίας του '60 ο Ζαμπέτας τον ξαναφέρνει στο προσκήνιο, εκμεταλλευόμενος τη μεγάλη του επιρροή στις εταιρίες. Ο Στράτος ηχογραφεί προπολεμικά ρεμπέτικα του Χατζηχρήστου, του Τσιτσάνη και άλλων δημιουργών, τον περίφημο αμανέ «Μινόρε του Στράτου» και τον ύμνο του Ολυμπιακού «Ολυμπιακέ μεγάλε, Ολυμπιακέ τρανέ» («Ολυμπιακέ μεγάλε, Ολυμπιακέ τρανέ / που εσάρωσες τη Σάντος, την ομάδα του Πελέ). Εκτός απ' τη δισκογραφία, ο Στράτος επανέρχεται στα λαϊκά πάλκα, όπου δούλευε ασταμάτητα απ' το 1934 έως το 1955.
Μέρος του κειμένου προέρχεται από το blog "Αθλόμετρο", του φίλου "αΝώΔυΝος" και από την Βικιπαίδεια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου