Διαβάστε πώς ένας νέος συγγραφέας κυνήγησε το όνειρό του και παρά τις αμέτρητες απορρίψεις κατάφερε να το πραγματοποιήσει, όπως ακριβώς περιγράφει την ιστορία του στο Writer’s Digest.
«Θα βρω έναν πράκτορα γι’ αυτό το βιβλίο
και δε θα σταματήσω μέχρι να τα καταφέρω».
και δε θα σταματήσω μέχρι να τα καταφέρω».
Αυτή ήταν η υπόσχεση που έδωσα στον εαυτό μου το καλοκαίρι του 2012. Είχα μόλις τελειώσει το καινούριο μου μυθιστόρημα, το "Δόλωμα", και ήμουν αποφασισμένος να βρω κάποιον να το αναλάβει. Μέσα στα χρόνια είχα μάθει ότι οι λογοτεχνικοί πράκτορες είναι απίστευτα πολυάσχολοι τύποι που κατακλύζονται συνεχώς με αιτήσεις και χειρόγραφα, από εκατοντάδες, αν όχι χιλιάδες επίδοξους συγγραφείς κάθε μήνα. Υπολόγιζα ότι θα είχα μία και μόνη ευκαιρία σε κάθε πρακτορείο στο οποίο θα απευθυνόμουν, οπότε καλό θα ήταν να την αξιοποιήσω σωστά…
Τα πράγματα δεν πήγαιναν και πολύ καλά στη ζωή μου εκείνο τον καιρό. Η καριέρα μου στη μουσική είχε ξεφτίσει και πεθάνει. Η καριέρα μου ως συγγραφέα είχε κολλήσει και ήμουν ήδη στον όγδοο χρόνο του «δεκάχρονου πλάνου» μου για την επιτυχία, χωρίς τίποτε δικό μου να έχει εκδοθεί. Το να έχεις μια σταθερή απασχόληση ήταν απίστευτα δύσκολο μετά την οικονομική κρίση. Τελικά, είχα βρει μια σχετικά σταθερή δουλειά σ’ ένα σταθμό κατεψυγμένων τροφίμων (φανταστείτε μια αποθήκη με γιγάντια ψυγεία κρέατος και παγωτού) όπου έκανα διάφορα πράγματα σε θερμοκρασίες που άλλο τόσο και θα έφταναν αυτές στον πλανήτη Άρη. Ακόμη και με τις ισοθερμικές στολές για τα χιόνια, μπορούσες να πάθεις κρυοπαγήματα μέσα σε είκοσι λεπτά. Δεν είχα σκεφτεί ούτε γι’ αστείο ότι θα κατέληγα έτσι, και βαθιά μέσα μου η κατάσταση με τρομοκρατούσε. Αυτός ο φόβος αποδείχτηκε πολύ ισχυρό κίνητρο.
Με εξαίρεση τους ηθοποιούς, οι συγγραφείς εισπράττουν περισσότερη απόρριψη από οποιονδήποτε άλλον. Είχα γράψει δύο βιβλία τα προηγούμενα χρόνια, κανένα από τα οποία δεν είχε προχωρήσει, όπως αποδείκνυαν οι στοίβες από αρνητικές απαντήσεις. Κάτι μου έλεγε ότι το τρίτο βιβλίο θα ήταν το τυχερό μου. Για χρόνια είχα αγνοήσει όλες τις συμβουλές «να βρω μια κανονική δουλειά» και «να έχω επαγγελματική ασφάλεια». Αντί γι’ αυτό, δινόμουν ολόψυχα στα όνειρά μου, χωρίς ποτέ να φτιάχνω ένα εναλλακτικό σχέδιο για την περίπτωση της αποτυχίας, πιστεύοντας ότι το να δουλεύω χωρίς δίχτυ ασφαλείας αύξανε τη δέσμευση και την αφοσίωσή μου στο σκοπό μου. Ένας φίλος μου είπε ότι ήταν μακράν το χειρότερο σχέδιο διαφυγής που είχε ακούσει ποτέ.
Κάθε βράδυ, μετά από μια μέρα εξοντωτικής δουλειάς σε θερμοκρασίες υπό το μηδέν, γύριζα σπίτι κατάκοπος, καθόμουν στον υπολογιστή και έστελνα αιτήσεις σε διάφορα πρακτορεία μέχρι τα ξημερώματα, προσθέτοντας άλλο ένα όνομα στη στοίβα τους. Όσο προχωρούσα, άρχισαν να έρχονται και οι αρνητικές απαντήσεις. Υπήρχαν και μερικά ενθαρρυντικά σχόλια, αλλά σε καμιά περίπτωση ο ενθουσιασμός που περίμενα.
Ένα βράδυ έγραψα στους Peters, Fraser & Dunlop, ένα εξαιρετικό πρακτορείο με υψηλό προφίλ στο Λονδίνο. Όταν κοίταξα το πελατολόγιό τους, το πρώτο όνομα που είδα ήταν του Ρίτσαρντ Ατένμπορο (ναι, ο τύπος από το Τζουράσικ Παρκ). Δεν πίστευα ότι είχα την παραμικρή πιθανότητα, αλλά δεν έχανα και τίποτε να προσπαθήσω. Αρχικά μου ζήτησαν μια περίληψη, την οποία έστειλα. Λίγες μέρες μετά, πήρα μια απάντηση από τη Laura Williams, που μου ζητούσε να της στείλω τα τρία πρώτα κεφάλαια. Το έκανα. Την άλλη μέρα πήρα άλλη μια απάντηση. Η Laura έλεγε ότι τα τρία κεφάλαια την είχαν ιντριγκάρει και ζητούσε να της στείλω όλο το χειρόγραφο, όπως και έκανα.
Την άλλη μέρα είχα άλλη μια απάντηση από τη Laura στο inbox μου. Παραήταν γρήγορο… Είχε περάσει μόνο μια νύχτα που το είχε ολόκληρο. Η πρώτη μου σκέψη ήταν «Που να πάρει… διάβασε ένα δυο κεφάλαια παρακάτω και το παράτησε απογοητευμένη». Αναστέναξα βαριά, έσφιξα τα δόντια κι άνοιξα το μέιλ.
Όταν διάβασα την πρώτη παράγραφο, μου έπεσε το σαγόνι. Ξεκινούσε με ένα «Μόλις τέλειωσα το βιβλίο σου… ουάου». Συνέχιζε λέγοντας ότι είχε πολύ καιρό να διαβάσει χειρόγραφο που να την εντυπωσιάσει τόσο, ότι το έβρισκε «πανέξυπνα γραμμένο και με άψογη πλοκή».
Υπήρχε κι άλλη μια, πολύ μεγαλύτερη, παράγραφος από κάτω. Έβαλα αμέσως το χέρι μου στην οθόνη και τη σκέπασα να μην τη βλέπω, σίγουρος ότι το δεύτερο μέρος του μηνύματος άρχιζε με κάτι σαν «Με λύπη μας…» ή «Δυστυχώς…», φέρνοντάς μου τα κακά νέα ότι δεν μπορούσαν ή δεν ήθελαν να με αναλάβουν αυτή τη στιγμή.
Πάντα με το χέρι στην οθόνη, διάβαζα ξανά και ξανά την πρώτη παράγραφο, λέγοντας από μέσα μου «Αυτό είναι υπέροχο. Σημαίνει ότι κάτι κάνεις σωστά. Θυμήσου το την επόμενη φορά που θ’ αρχίσεις να πέφτεις στην κατάθλιψη και να απογοητεύεσαι».
Τελικά, με την καρδιά να σφυροκοπά στο στήθος μου, διάβασα τη δεύτερη παράγραφο. Εξηγούσε ότι ήθελαν να συζητήσουμε εκτενέστερα την επόμενη βδομάδα. Πριν το καταλάβω, είχαμε τηλεφωνική συνδιάσκεψη με τα στελέχη του πρακτορείου. Ο ενθουσιασμός τους για το βιβλίο ήταν απίστευτος. Μου πρότειναν να με αναλάβουν και μου έπεσε το τηλέφωνο από τα χέρια. Είχα μείνει άφωνος… Λίγες μέρες μετά, η πράκτορας ξένων δικαιωμάτων Rachel Mills ήρθε στο Τορόντο για δουλειές και συναντηθήκαμε. Είχε φέρει μαζί της τα συμβόλαια. Υπέγραψα επιτόπου.
Ένα μήνα αργότερα, δούλευα στο ψυγείο, όταν μου έστειλαν από το πρακτορείο ένα μήνυμα, ρωτώντας αν μπορούσα να δεχτώ ένα σημαντικό τηλεφώνημα. Χωρίς καν να βγάλω τη στολή μου για το ψύχος που μ’ έκανε να μοιάζω σαν φουσκωτό ανθρωπάκι, έτρεξα έξω στο πάρκινγκ και στριμώχτηκα στο αμάξι μου, όπου δε θα με άκουγε κανείς. Το τηλέφωνό μου χτύπησε και το σήκωσα. Οι πράκτορές μου με ενημέρωσαν ότι είχαν κλείσει μια συμφωνία για έκδοση με την Plume Books στις ΗΠΑ και τον Penguin στον Καναδά, που συνοδευόταν από μια προκαταβολή η οποία μου επέτρεπε να αφήσω τη δουλειά μου και να γράφω full time.
Τρέμοντας μέσα στη στολή μου, με το τηλέφωνο κολλημένο στο αυτί μου, κάθισα μέσα στο αμάξι μου κι έκλαψα. Ήταν, όπως αποδείχτηκε, η πρώτη συμφωνία από πολλές που θα έκλειναν οι υπέροχοι πράκτορές μου για το "Δόλωμα", συμπεριλαμβανομένης και μίας με τον Penguin της Βρετανίας που προέβλεπε και προκαταβολή για το δεύτερο μυθιστόρημά μου, το "Husk". Τελικά, η PFD μου έδωσε πολύ περισσότερα απ’ ό,τι ήλπιζα ποτέ…
Γι’ αυτό, όταν παλεύετε για το λεγόμενο αδύνατο, να θυμάστε αυτή τη μικρή ατάκα:
«Μη μου πεις ποτέ τις πιθανότητες»
-Χαν Σόλο.
Το «Δόλωμα» ήταν το πρώτο βιβλίο του J. Kent Messum και κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Bell.
Δείτε το εδώ.
Τα πράγματα δεν πήγαιναν και πολύ καλά στη ζωή μου εκείνο τον καιρό. Η καριέρα μου στη μουσική είχε ξεφτίσει και πεθάνει. Η καριέρα μου ως συγγραφέα είχε κολλήσει και ήμουν ήδη στον όγδοο χρόνο του «δεκάχρονου πλάνου» μου για την επιτυχία, χωρίς τίποτε δικό μου να έχει εκδοθεί. Το να έχεις μια σταθερή απασχόληση ήταν απίστευτα δύσκολο μετά την οικονομική κρίση. Τελικά, είχα βρει μια σχετικά σταθερή δουλειά σ’ ένα σταθμό κατεψυγμένων τροφίμων (φανταστείτε μια αποθήκη με γιγάντια ψυγεία κρέατος και παγωτού) όπου έκανα διάφορα πράγματα σε θερμοκρασίες που άλλο τόσο και θα έφταναν αυτές στον πλανήτη Άρη. Ακόμη και με τις ισοθερμικές στολές για τα χιόνια, μπορούσες να πάθεις κρυοπαγήματα μέσα σε είκοσι λεπτά. Δεν είχα σκεφτεί ούτε γι’ αστείο ότι θα κατέληγα έτσι, και βαθιά μέσα μου η κατάσταση με τρομοκρατούσε. Αυτός ο φόβος αποδείχτηκε πολύ ισχυρό κίνητρο.
Με εξαίρεση τους ηθοποιούς, οι συγγραφείς εισπράττουν περισσότερη απόρριψη από οποιονδήποτε άλλον. Είχα γράψει δύο βιβλία τα προηγούμενα χρόνια, κανένα από τα οποία δεν είχε προχωρήσει, όπως αποδείκνυαν οι στοίβες από αρνητικές απαντήσεις. Κάτι μου έλεγε ότι το τρίτο βιβλίο θα ήταν το τυχερό μου. Για χρόνια είχα αγνοήσει όλες τις συμβουλές «να βρω μια κανονική δουλειά» και «να έχω επαγγελματική ασφάλεια». Αντί γι’ αυτό, δινόμουν ολόψυχα στα όνειρά μου, χωρίς ποτέ να φτιάχνω ένα εναλλακτικό σχέδιο για την περίπτωση της αποτυχίας, πιστεύοντας ότι το να δουλεύω χωρίς δίχτυ ασφαλείας αύξανε τη δέσμευση και την αφοσίωσή μου στο σκοπό μου. Ένας φίλος μου είπε ότι ήταν μακράν το χειρότερο σχέδιο διαφυγής που είχε ακούσει ποτέ.
Κάθε βράδυ, μετά από μια μέρα εξοντωτικής δουλειάς σε θερμοκρασίες υπό το μηδέν, γύριζα σπίτι κατάκοπος, καθόμουν στον υπολογιστή και έστελνα αιτήσεις σε διάφορα πρακτορεία μέχρι τα ξημερώματα, προσθέτοντας άλλο ένα όνομα στη στοίβα τους. Όσο προχωρούσα, άρχισαν να έρχονται και οι αρνητικές απαντήσεις. Υπήρχαν και μερικά ενθαρρυντικά σχόλια, αλλά σε καμιά περίπτωση ο ενθουσιασμός που περίμενα.
Ένα βράδυ έγραψα στους Peters, Fraser & Dunlop, ένα εξαιρετικό πρακτορείο με υψηλό προφίλ στο Λονδίνο. Όταν κοίταξα το πελατολόγιό τους, το πρώτο όνομα που είδα ήταν του Ρίτσαρντ Ατένμπορο (ναι, ο τύπος από το Τζουράσικ Παρκ). Δεν πίστευα ότι είχα την παραμικρή πιθανότητα, αλλά δεν έχανα και τίποτε να προσπαθήσω. Αρχικά μου ζήτησαν μια περίληψη, την οποία έστειλα. Λίγες μέρες μετά, πήρα μια απάντηση από τη Laura Williams, που μου ζητούσε να της στείλω τα τρία πρώτα κεφάλαια. Το έκανα. Την άλλη μέρα πήρα άλλη μια απάντηση. Η Laura έλεγε ότι τα τρία κεφάλαια την είχαν ιντριγκάρει και ζητούσε να της στείλω όλο το χειρόγραφο, όπως και έκανα.
Την άλλη μέρα είχα άλλη μια απάντηση από τη Laura στο inbox μου. Παραήταν γρήγορο… Είχε περάσει μόνο μια νύχτα που το είχε ολόκληρο. Η πρώτη μου σκέψη ήταν «Που να πάρει… διάβασε ένα δυο κεφάλαια παρακάτω και το παράτησε απογοητευμένη». Αναστέναξα βαριά, έσφιξα τα δόντια κι άνοιξα το μέιλ.
Όταν διάβασα την πρώτη παράγραφο, μου έπεσε το σαγόνι. Ξεκινούσε με ένα «Μόλις τέλειωσα το βιβλίο σου… ουάου». Συνέχιζε λέγοντας ότι είχε πολύ καιρό να διαβάσει χειρόγραφο που να την εντυπωσιάσει τόσο, ότι το έβρισκε «πανέξυπνα γραμμένο και με άψογη πλοκή».
Υπήρχε κι άλλη μια, πολύ μεγαλύτερη, παράγραφος από κάτω. Έβαλα αμέσως το χέρι μου στην οθόνη και τη σκέπασα να μην τη βλέπω, σίγουρος ότι το δεύτερο μέρος του μηνύματος άρχιζε με κάτι σαν «Με λύπη μας…» ή «Δυστυχώς…», φέρνοντάς μου τα κακά νέα ότι δεν μπορούσαν ή δεν ήθελαν να με αναλάβουν αυτή τη στιγμή.
Πάντα με το χέρι στην οθόνη, διάβαζα ξανά και ξανά την πρώτη παράγραφο, λέγοντας από μέσα μου «Αυτό είναι υπέροχο. Σημαίνει ότι κάτι κάνεις σωστά. Θυμήσου το την επόμενη φορά που θ’ αρχίσεις να πέφτεις στην κατάθλιψη και να απογοητεύεσαι».
Τελικά, με την καρδιά να σφυροκοπά στο στήθος μου, διάβασα τη δεύτερη παράγραφο. Εξηγούσε ότι ήθελαν να συζητήσουμε εκτενέστερα την επόμενη βδομάδα. Πριν το καταλάβω, είχαμε τηλεφωνική συνδιάσκεψη με τα στελέχη του πρακτορείου. Ο ενθουσιασμός τους για το βιβλίο ήταν απίστευτος. Μου πρότειναν να με αναλάβουν και μου έπεσε το τηλέφωνο από τα χέρια. Είχα μείνει άφωνος… Λίγες μέρες μετά, η πράκτορας ξένων δικαιωμάτων Rachel Mills ήρθε στο Τορόντο για δουλειές και συναντηθήκαμε. Είχε φέρει μαζί της τα συμβόλαια. Υπέγραψα επιτόπου.
Ένα μήνα αργότερα, δούλευα στο ψυγείο, όταν μου έστειλαν από το πρακτορείο ένα μήνυμα, ρωτώντας αν μπορούσα να δεχτώ ένα σημαντικό τηλεφώνημα. Χωρίς καν να βγάλω τη στολή μου για το ψύχος που μ’ έκανε να μοιάζω σαν φουσκωτό ανθρωπάκι, έτρεξα έξω στο πάρκινγκ και στριμώχτηκα στο αμάξι μου, όπου δε θα με άκουγε κανείς. Το τηλέφωνό μου χτύπησε και το σήκωσα. Οι πράκτορές μου με ενημέρωσαν ότι είχαν κλείσει μια συμφωνία για έκδοση με την Plume Books στις ΗΠΑ και τον Penguin στον Καναδά, που συνοδευόταν από μια προκαταβολή η οποία μου επέτρεπε να αφήσω τη δουλειά μου και να γράφω full time.
Τρέμοντας μέσα στη στολή μου, με το τηλέφωνο κολλημένο στο αυτί μου, κάθισα μέσα στο αμάξι μου κι έκλαψα. Ήταν, όπως αποδείχτηκε, η πρώτη συμφωνία από πολλές που θα έκλειναν οι υπέροχοι πράκτορές μου για το "Δόλωμα", συμπεριλαμβανομένης και μίας με τον Penguin της Βρετανίας που προέβλεπε και προκαταβολή για το δεύτερο μυθιστόρημά μου, το "Husk". Τελικά, η PFD μου έδωσε πολύ περισσότερα απ’ ό,τι ήλπιζα ποτέ…
Γι’ αυτό, όταν παλεύετε για το λεγόμενο αδύνατο, να θυμάστε αυτή τη μικρή ατάκα:
«Μη μου πεις ποτέ τις πιθανότητες»
-Χαν Σόλο.
Το «Δόλωμα» ήταν το πρώτο βιβλίο του J. Kent Messum και κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Bell.
Δείτε το εδώ.
📚4184
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου