Κυριακή 12 Αυγούστου 2018

Λογοτεχνικές Προτάσεις 494 / Βιβλιοκριτική: Μια ημέρα του Ιβάν Ντενίσοβιτς


Του Παναγιώτη Πλαφουτζή

Ο Αλέξανδρος Σολζενίτσιν είναι ένας από τους πιο πολυσυζητημένους συγγραφείς της δεκαετίας του ’70. Πέρασε μεγάλο μέρος της ζωής του στα σοβιετικά στρατόπεδα, ενώ αναγνωρίστηκε και έγινε διάσημος με το βραβείο Νόμπελ το 1970. Οι επίσημοι Σοβιετικοί κριτικοί του αμφισβήτησαν τότε κάθε αξία, ενώ προηγουμένως τον υμνούσαν και η παγκόσμια κριτική τον ονόμασε «νέο Ντοστογιέφσκι» και «Τολστόι της εποχής του».
Το έργο του «Μια ημέρα του Ιβάν Ντενίσοβιτς» κυκλοφόρησε αρχικά σε ειδικό τεύχος της “Νόβυ Μιρ”, σε 95.000 φύλλα, που εξαντλήθηκαν από την πρώτη μέρα. Τυπώθηκε έπειτα σε σχήμα εφημερίδας, σε 700.000 αντίτυπα, ενώ όταν παρουσιάστηκε σε βιβλίο, με τιράζ 100.000 αντίτυπα, πολλοί Μοσχοβίτες έμειναν όλη τη νύχτα στην ουρά για να προφθάσουν να το πάρουν το πρωί που θα άνοιγαν τα βιβλιοπωλεία. Ήξεραν καλά ότι δεν θα κυκλοφορούσε για πολύ καιρό ελεύθερα…

Τίτλος πρωτοτύπου: Один день Ивана Денисовича
Συγγραφέας: Aleksandr Isayevich Solzhenitsyn
Μετάφραση: Σωτήρης Πατατζής
Διορθώσεις: Γιώργος Μενεγάκης
Αριθμός σελίδων: 200
Σειρά: Βίπερ (Νο 1)
Ημερομηνία έκδοσης: 1974
Εκδότης: Πάπυρος

«Το εκπληκτικότερο ανθρώπινο ντοκουμέντο της χρονιάς… Το βιβλίο που σαρώνει όλη τη Ρωσία και επαινέθηκε από τον κ. Χρουστσώφ σαν “έργο τέχνης”…».
-Ημερήσιος Ταχυδρόμος της Μόσχας

«Για πρώτη φορά στην πεζογραφία μας, αποκαθίσταται η αλήθεια για τα στρατόπεδα όπου, κατά την περίοδο της σταλινικής προσωπολατρίας, εργάστηκαν καταναγκαστικά έντιμοι Σοβιετικοί πολίτες, και άντεξαν…»
-“Ερυθρός Αστήρ” του σοβιετικού στρατού

«…Εξέχουσες προσωπικότητες εκφράζουν όλο και συχνότερα τη λύπη τους γιατί δεν πέθανα στο κάτεργο και γιατί με άφησαν ελεύθερο. Με την ευκαιρία σημειώνω ότι κάτι τέτοιες αποστροφές ακούστηκαν και αμέσως μετά τη δημοσίευση του «Ιβάν Ντενίσοβιτς». Και τώρα αποσύρουν διακριτικά το βιβλίο αυτό από τις δημόσιες βιβλιοθήκες…»
-Από την επιστολή του Αλ. Σολζενίτσιν της 12ης Σεπτεμβρίου 1967 προς την Γραμματεία της Ενώσεως Συγγραφέων της Ε.Σ.Σ.Δ.

Σελίδες Νοσταλγίας: Ένα έργο-ντοκουμέντο για τα στρατόπεδα καταναγκαστικών έργων του σταλινικού καθεστώτος, στην πρώην Σοβιετική Ένωση. Εκεί που ελεύθεροι άνθρωποι ζούσαν κάτω από απάνθρωπες συνθήκες και συχνά έχαναν τη ζωή τους από τις κακουχίες. Κι όλα αυτά απλά και μόνο επειδή είπαν μια λάθος λέξη, υπονόησαν κάτι κακό για το καθεστώς ή -ακόμα χειρότερα- επειδή δεν τους χώνευε ο γείτονάς τους και τους κατέδωσε ως αντιφρονούντες.
Ο Αλέξανδρος Σολζενίτσιν γεννήθηκε στον Καύκασο στις 11 Δεκεμβρίου 1918. Ήταν μαθηματικός, όμως αγαπούσε τη λογοτεχνία και του άρεσε πάντοτε να γράφει. Στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο έφτασε στον βαθμό του λοχαγού, ενώ ανήκε στα νικηφόρα στρατεύματα που κατεδίωξαν τις δυνάμεις του Χίτλερ. Είχε, μάλιστα, τιμηθεί με τον τίτλο του «Ήρωα» για την πολεμική του δράση, την ανώτατη τιμητική διάκριση εξαίρετων πράξεων που υπήρχε στη Ρωσία. Μέχρι που μια μέρα συνελήφθη, ενώ ακόμα υπηρετούσε, γιατί έκανε το λάθος, σε επιστολογραφία που είχε με έναν φίλο του, να γράψει αρνητικά σχόλια για τον Στάλιν.
Καθαιρέθηκε και καταδικάστηκε σε δέκα χρόνια καταναγκαστικά έργα, χωρίς να γίνει καμία δίκη. Τότε άρχισε και το δικό του μαρτύριο, αφού γνώρισε την αληθινή φρίκη των κομμουνιστικών στρατοπέδων, το οποίο έληξε το 1953. Από τις εμπειρίες που αποκόμισε, έγραψε το «Μια ημέρα του Ιβάν Ντενίσοβιτς»
Εύλογα αναρωτιέται κανείς για ποιο λόγο το σοβιετικό καθεστώς να επιτρέψει την έκδοση ενός τέτοιου βιβλίου, το οποίο φωτογραφίζει με λεπτομέρειες την απανθρωπιά και τον παραλογισμό όχι μόνο των στρατοπέδων αυτών αλλά και ολόκληρου του συστήματος, του «υπεροικοδομήματος» που έχτιζε επί δεκαετίες ο Στάλιν.
Η απάντηση βρίσκεται μάλλον στις πράξεις και τις δηλώσεις του ίδιου του Χρουστσώφ, ο οποίος θέλοντας να απαλλάξει το Κόμμα από τα λάθη του παρελθόντος και για να επιρρίψει την ευθύνη γι’ αυτά στον πεθαμένο πλέον Στάλιν, δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει σαν δικό του όπλο το έργο αυτό του Σολζενίτσιν. Έτσι, δίνει την άδεια για την δημοσίευση και αργότερα την έκδοση του βιβλίου.
Η αλήθεια είναι πάντοτε επικίνδυνη, ακόμα και αν υπηρετεί φαινομενικά ένα ολοκληρωτικό καθεστώς. Μοιάζει με τη νιτρογλυκερίνη, που πρέπει να διακινείται πάντα με σχολαστική προσοχή και σε ειδική συσκευασία, γιατί με το παραμικρό λάθος είναι δυνατό να τιναχθούν τα πάντα στον αέρα. Αυτό συνέβη και με την περίπτωση του Αλεξάνδρου Σολζενίτσιν.
Ο συγγραφέας έγινε διάσημος από την μια μέρα στη άλλη, οι κριτικοί άρχισαν να τον επευφημούν –αφού τον είχε επιλέξει ο ίδιος ο Αρχηγός του Κόμματος– η Ένωση Σοβιετικών Συγγραφέων του άνοιξε πανηγυρικά τις πύλες της και όλες οι βιβλιοθήκες της χώρας περηφανεύονταν για την απόκτηση του έργου του.
Αυτή ήταν μάλλον και η καλύτερη περίοδος της πολυτάραχης ζωής του Σολζενίτσιν. Δεν κράτησε, όμως, για πολύ.
Η ξαφνική πνευματική ελευθερία, καθώς και άλλες έννοιες που εισήχθησαν, όπως κατάχρηση εξουσίας, έλλειψη δημοκρατικότητας, δικαιώματα του ατόμου κτλ, αν και βρήκαν γόνιμο έδαφος σε όλα τα κοινωνικά στρώματα, δεν κατάφεραν να αφομοιωθούν από τον ίδιο τον κομματικό και κρατικό μηχανισμό. Η ζητούμενη αποσταλινοποίηση έπρεπε να γίνει σταδιακά και δεν μπορούσε να εφαρμοστεί με καινοτόμους νόμους. Έτσι, τα κρατικά όργανα, μέσα σε αυτή την ασάφεια –και για να έχουν ήσυχο το κεφάλι τους– συνέχισαν να λειτουργούν το ίδιο αυταρχικά. Εντέλει, το Κόμμα έβγαλε το συμπέρασμα πως ο λαός δεν ήταν ώριμος για τόσες ελευθερίες και τα πράγματα ξαναέγιναν όπως πριν.
Μετά και την πτώση του Χρουστσώφ, αρχίζουν νέα μαρτύρια για τον Σολζενίτσιν. Μπορεί να μην τον ξαναστέλνουν σε στρατόπεδο, του κάνουν όμως άγριο ψυχολογικό πόλεμο, για την ηθική και πνευματική εξόντωσή του. Τον συκοφαντούν αδίστακτα, τον κατηγορούν για προδοσία, διαδίδουν ακόμα και ότι το έχει σκάσει από τη χώρα. Εκείνος αντιδρά στέλνοντας επιστολές σε εφημερίδες, υποβάλει υπομνήματα, όμως χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Δεν του δημοσιεύουν τίποτα, θέλουν να ξεχαστεί ο ίδιος και το έργο του.
Το 1974 του αφαιρέθηκε η σοβιετική υπηκοότητα και υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει τη χώρα. Έζησε διαδοχικά στη Γερμανία, στην Ελβετία και στις ΗΠΑ και επέστρεψε στη Ρωσία το 1994, μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ. Τιμήθηκε επίσης με το βραβείο του ρωσικού κράτους για τα "εξαιρετικά επιτεύγματά του στον ανθρωπιστικό τομέα" από τον τότε πρόεδρο της Ρωσίας, Βλαντιμίρ Πούτιν. Πέθανε στις 3 Αυγούστου 2008 στο σπίτι του, στη Μόσχα, σε ηλικία 89 ετών.
Το «Μια ημέρα του Ιβάν Ντενίσοβιτς» είναι ένα πολιτικό ντοκουμέντο. Μπορεί η καθαυτή λογοτεχνική του αξία να μην είναι μεγάλη, όμως συνεκτιμώντας όλα αυτά που το συνοδεύουν, δεν μπορούμε παρά να σταθούμε με σεβασμό απέναντί του. Γι’ αυτό άλλωστε τιμήθηκε και με το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Εκδόθηκε για πρώτη φορά στα ελληνικά σε πολυτελή έκδοση από τις εκδόσεις Πάπυρος, το 1970. Το 1974 επιλέχθηκε να είναι το πρώτο βιβλίο της νέας σειράς με την επωνυμία ΒΙΠΕΡ, μιας σειράς που άφησε εποχή στην χώρα μας.
Εκδόθηκε και από άλλους εκδότες σε περιορισμένο τιράζ, ενώ επανεκδόθηκε το 2009 πάλι από τον Πάπυρο, οπότε ίσως μπορέσετε πιο εύκολα να εντοπίσετε αυτή την τελευταία έκδοση. Γιατί κάποιος να διαβάσει σήμερα αυτό το βιβλίο; Σαν ιστορικό ντοκουμέντο, ίσως, μέσα από μια συγκλονιστική μαρτυρία. Κυρίως, όμως, γιατί μπορεί να ανακαλύψει, να μάθει ή απλά να επιβεβαιώσει την δύναμη του ανθρωπίνου πνεύματος…
Κριτική: ✰✰✰✰✰✰✰✮✮✮

🔎3033

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...