Κυριακή 31 Μαΐου 2015

Αξέχαστες Ιστορίες 17: Χουαλάπα


Η περιπέτεια που θα θυμηθούμε σήμερα, δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στο τεύχος 448 του Μικρού Σερίφη, τον Μάιο του 1972! Είναι γραμμένη από τον Κώστα Φωτεινό (Πότη Στρατίκη) και επανακυκλοφόρησε στα τεύχη 885 και 1331.

Υπόθεση: Σε μια έρημη περιοχή κινούνται οι ήρωες μας, όταν διακρίνουν από μακριά ένα ανοιχτό αμάξι, ακίνητο και χωρίς αμαξά. Πλησιάζουν με μεγάλη περιέργεια και τα άλογα της άμαξας τους υποδέχονται χλιμιντρίζοντας ανήσυχα. Δεν αργούν να ανακαλύψουν μια νεαρή Ινδιάνα δεμένη και σκεπασμένη με μία κουβέρτα. Όταν την ελευθερώνουν, εκείνη τους λέει πως ονομάζεται Χουαλάπα, όμως πριν προλάβουν να την ρωτήσουν οτιδήποτε άλλο κάνουν την εμφάνισή τους Ινδιάνοι. Πρόκειται για μια μεγάλη ομάδα που είχε βγει προς αναζήτηση της Χουαλάπα. Τα τέσσερα παιδιά δοκιμάζουν τη μεγαλύτερη έκπληξη της ζωής τους, όταν η Ινδιάνα λέει στους ανθρώπους της φυλής της ότι την αιχμαλώτισαν εκείνα!


Οι Ινδιάνοι τους συλλαμβάνουν και τους απειλούν ότι θα τους σκοτώσουν… Τους οδηγούν στο χωριό τους και τους δένουν μέσα σε μια σκηνή. Το ίδιο βράδυ, η Χουαλάπα μπαίνει στην σκηνή που βρίσκονται τα παιδιά και ελευθερώνει την Ντιάνα και τον Πεπίτο. Τους λέει πως αν θέλουν να ζήσουν οι φίλοι τους θα πρέπει να κάνουν κάτι για εκείνη...

Κριτική περιπέτειας: 2/5


Σημείωση: Τα εξώφυλλα και οι εσωτερικές εικόνες των περιοδικών που παρουσιάζονται καλύπτονται από τα πνευματικά δικαιώματα των δημιουργών. Παρακαλούμε να είστε ιδιαίτερα προσεκτικοί σε περιπτώσεις αντιγραφής.
Επιμέλεια κειμένων και παρουσίασης: Πλαφουτζής Παναγιώτης
Για το http://selidesnostalgias.blogspot.gr/ - 2015

Σινεμά και DVD 7: Jurassic World (2015)


22 χρόνια μετά την πρώτη, τρομακτική επίσκεψη στο πάρκο ψυχαγωγίας δεινοσαύρων, ερχόμαστε να ζήσουμε –με ένα ολόφρεσκο καστ- μοναδικές, επικών διαστάσεων, σκηνές καταδίωξης με τον τρισδιάστατο τρόμο (που δεν μπορείς να πεις πως περνά κι απαρατήρητος) να παραμονεύει σε κάθε γωνιά. Καλωσορίσατε στο ολοκαίνουργιο JURASSIC WORLD μας! Ευχόμαστε να απολαύσετε τη βόλτα σας!

Σκηνοθεσία: Colin Trevorrow
Σενάριο: Rick Jaffa, Amanda Silver, Michael Crichton
Ηθοποιοί: Chris Pratt, Bryce Dallas Howard, Jake M. Johnson
Διάρκεια: 128'

Υπόθεση: Είκοσι δύο χρόνια μετά τα γεγονότα του Jurassic Park, το νησί Nublar διαθέτει πλέον ένα πλήρως λειτουργικό θεματικό πάρκο δεινοσαύρων, το Jurassic World, όπως είχε αρχικά οραματιστεί ο John Hammond. Περιλαμβάνει, επίσης, για πρώτη φορά ένα νέο αξιοθέατο, μία λίμνη με δεινόσαυρους που βρίσκονται υποθαλάσσια. Το πάρκο συγκεντρώνει 10 εκατομμύρια επισκέπτες τον χρόνο και φαίνεται απόλυτα ασφαλές. Μέχρι που να αποδειχθεί το αντίθετο...





Το καινούργιο φιλμ παρουσιάζει το νέο πάρκο που ανοίγει για χιλιάδες επισκέπτες. H αλαζονεία της επιστήμης και η απληστία των ιδιοκτητών για νέα, πιο τρομακτικά πλάσματα απειλεί να φέρει την καταστροφή: ένα γενετικά μεταλλαγμένος, πανέξυπνος δεινόσαυρος-υβρίδιο, που ονομάζεται Indominus Rex και «σκοτώνει ό,τι κινείται», αποδρά από το εργαστήριο και σκορπίζει τον τρόμο στο νησί. Ένας επιστήμονας (Κρις Πρατ) και η επικεφαλής του πάρκου (Μπράις Ντάλας Χάουαρντ) πρέπει να βρουν τρόπο να τον σταματήσουν...





Η πρεμιέρα της ταινίας έχει προγραμματιστεί για τις 12 Ιουνίου, ακριβώς 22 χρόνια μετά το πρώτο Jurassic Park που έσπασε τα ταμεία.
«Είναι μία ταινία που έγινε από fans του αρχικού Jurassic Park», είπε ο ηθοποιός Κρις Πρατ. «Εγώ σίγουρα είμαι, ο σκηνοθέτης μας Κόλιν Τρέβορόου επίσης, όπως και η Μπράις… Η πρώτη ταινία είχε τεράστιο αντίκτυπο στη γενιά μας», πρόσθεσε ο 35χρονος πρωταγωνιστής.

Δείτε το trailer της ταινίας:


Ελληνικά Comic Books 5: Hombre, Το μονοπάτι του Λύκου (2010)


Εκδόσεις: Anubis
Μετάφραση: Ηλίας Τσιάρας
Σχήμα: 20,5 x 28
Σελίδες: 96
Εκτύπωση: Ασπρόμαυρη (εσωτερικά)
Τιμή: €13,90

Από τον Εκδότη
Προτού ακόμα το πρόσωπό του εμφανιστεί σε μια αφίσα επικηρυγμένων με τις κατηγορίες για φόνο, ληστεία και εμπρησμό, ο Μπάλτιμορ Ο'Χάρα δραπετεύει στους ερημότοπους της Αγριας Δύσης. Ο πράκτορας της Πίκερτον και έμπειρος ιχνηλάτης Ρόνεγκαλ Ντώσον λαμβάνει την εντολή να φέρει το φυγά ενώπιον της δικαιοσύνης. Τώρα, οι δυο αντίπαλοι βρίσκονται αντιμέτωποι σε μια δραματική αναμέτρηση. Και οι δύο είναι μαχητές: ο ένας επιβάλλει το νόμο, ο άλλος πολεμά για την ελευθερία. Και οι δύο βαδίζουν στο μονοπάτι του Λύκου - μια πορεία που θα τους οδηγήσει στον κοινό τους προορισμό.
Το "Hombre", που φέρει την υπογραφή των καταξιωμένων δημιουργών Peter Wiechmann και Rafael Mendez, δημοσιεύτηκε αρχικά σε συνέχειες στο περιοδικό YPS, ενώ περιλαμβάνει σελίδες με έξτρα υλικό για τη ζωή και το θάνατο στην Άγρια Δύση.



Η άποψή μας:
Το διάβασα μέσα σε μια μέρα. Είναι ένα όμορφο βιβλίο που περιλαμβάνει -εκτός από τα 5 επεισόδια με περιπέτειες του ήρωα Hombre- και τέσσερις ενότητες με πληροφορίες για την Άγρια Δύση, συνοδευόμενες από πλούσιο φωτογραφικό υλικό εποχής!
Η αλήθεια είναι ότι βρήκα μέτριο το σενάριο των ιστοριών (ανήκει στον Peter Wiechmann), όμως το όποιο έλλειμμα το αναπληρώνει με τον καλύτερο τρόπο το φανταστικό σχέδιο του Ισπανού σχεδιαστή Rafael Mendez. Η πραγματικά πολύ όμορφη γραμμή του, παραπέμπει σε κλασσικά έργα γουέστερν κόμικ και πολύ δύσκολα θα βρεθεί κάποιος να διαφωνήσει πάνω σ' αυτό. Σε γενικές γραμμές, φυσικά το βιβλίο είναι πανέμορφο και αξίζει να βρίσκεται στη βιβλιοθήκη μας. Ειδικά σε όσους από εμάς λατρεύουμε το γουέστερν κόμικ! Σας το προτείνουμε, λοιπόν, ανεπιφύλακτα...


Τα πέντε επεισόδια των περιπετειών του Hombre που δημοσιεύονται:
1. Ιχνηλάτης
2. Κομαντσέιρος (ναι, οι γνωστοί ληστές που γνωρίσαμε και μέσα από την "Κατάκτηση της Δύσης", μάλιστα υπάρχει και εδώ ένας Τσάκο)
3. Γαλάζια μάτια!
4. Γιατί να πεθάνει ο Σαμ Τ. Χιούστον;
5. Τα κογιότ κυνηγούν σε αγέλες!

Οι τέσσερις ενότητες με πληροφορίες και φωτογραφίες, είναι:
1. Απάτσι εναντίον... Απάτσι!
2. Παράνομοι
3. Ληστείες
4. Ο πυρετός του χρυσού

Ο σχεδιαστής Rafael Mendez (αριστερά)
και ο σεναριογράφος Peter Wiechmann (δεξιά)

Επίσης, στις τελευταίες σελίδες, υπάρχει και ένα κείμενο γραμμένο από τον ίδιο τον Peter Wiechmann, με τίτλο "Το μακρύ ταξίδι του συγγραφέα στην Άγρια Δύση".
Στο εξωτερικό έχει κυκλοφορήσει και ένας δεύτερος τόμος, το εξώφυλλο του οποίου σας παρουσιάζουμε παρακάτω.


Πλαφουτζής Παναγιώτης

Ας θυμηθούμε… 1: Το θαυμαστό ταξίδι του Νιλς Χόλγκερσον


«Το θαυμαστό ταξίδι του Νιλς Χόλγκερσον», είναι μια σειρά κινουμένων σχεδίων ιαπωνικής παραγωγής, που πρόβαλε η κρατική τηλεόραση της Ελλάδας, στα μέσα της δεκαετίας του ’80. Ήταν βασισμένη στο βιβλίο φαντασίας της Σουηδής συγγραφέως Selma Lagerlof (1858-1940), [(Orig. Nils Holgerssons underbara resa genom Sverige)- «Οι υπέροχες περιπέτειες του Νιλς Χόλγκερσον»] και δημοσιεύτηκε σε δυο μέρη το 1906 και το 1907, το οποίο της χάρισε το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1909. Η συγγραφέας είχε αφιερώσει τρία χρόνια στη μελέτη της φύσης και των λαϊκών παραδόσεων και θρύλων της Σουηδίας και πολλά από αυτά, τα αποτύπωσε στο βιβλίο της. Το βιβλίο έγινε τεράστια επιτυχία σε όποια χώρα κυκλοφόρησε και το 1962, η Σουηδική τηλεόραση γύρισε μια ταινία με θέμα τον Νιλς Χόλγκερσον με πρωταγωνιστές τους Sven Lundberg, τον Max von Sydow και την Annika Tretow και προβλήθηκε στις 12 Σεπτεμβρίου του 1962. Η Σουηδική κυβέρνηση τύπωσε τη μορφή του Νιλς Χόλγκερσον να πετά πάνω σε μια χήνα στη περιοχή της Scania και την απεικόνισε στο χαρτονόμισμα των 20 κορόνων.



Το 1980 η ιαπωνική εταιρία Studio Rierrot σε συνεργασία με την αυστριακή τηλεόραση, γύρισαν τη σειρά κινουμένων σχεδίων (που προβλήθηκε στην Ελλάδα) κάνοντας ακόμα πιο γνωστό, το ταξίδι του Νιλς σε όλο τον κόσμο. Στην Ιαπωνία προβλήθηκε σε 52 επεισόδια των 24 λεπτών, από τις 8 Ιανουαρίου του 1980, έως τις 17 Μαρτίου του 1981. Προβλήθηκε σε πάνω από 150 χώρες του κόσμου και χαρακτηριστικά μέχρι και στην Αλβανία και την Κίνα!


Η ιστορία αναφέρεται στον Νιλς Χόλγκερσον, ένα μικρό παιδί που είναι κακό και τεμπέλικο και ζει με τους γονείς του, που έχουν μια φάρμα εκτροφής ζώων. Του αρέσει -εκτός από το να ταλαιπωρεί με τη συμπεριφορά του τους γονείς του, αλλά και γενικότερα τους ανθρώπους- να βασανίζει όλα τα ζώα και αυτό το βλέπει σα διασκέδαση. Μια μέρα όμως το παράκανε με ένα νάνο που βρέθηκε στη φάρμα, παίζοντάς του ένα πολύ άσχημο παιχνίδι. Τότε ο νάνος με ένα ξόρκι, τον μεταμόρφωσε σε νάνο που μιλούσε τη γλώσσα των ζώων και όλα τα ζώα της φάρμας ζητούσαν εκδίκηση για τη κακοποίησή τους, κυνηγώντας τον. Μέσα στο πανικό του, βρίσκει ένα κοπάδι με αγριόχηνες που τον παίρνουν μαζί τους στο μεταναστευτικό ταξίδι που έκαναν προς την Λαπωνία. Το ταξίδι αυτό γίνεται πάνω σε έναν χήνο, τον Μάρτιν και έχει για παρέα του το σκιουράκι του τον Γκρούμελ. Μέσα από αυτό το ταξίδι γεμάτο περιπέτειες, ο Νιλς θα γνωρίσει πολλά για τη φύση, για τις συνήθειες, τις δυσκολίες και της χαρές των ζώων. Ανακαλύπτει καθημερινά ένα τελείως άγνωστο γι’ αυτόν κόσμο και συνειδητοποιεί σιγά-σιγά, πόσο κακό έκανε στα ζώα της φάρμας τόσο καιρό. Στο τέλος του ταξιδιού, έχει καταλάβει πλέον τα λάθη του και έχει μάθει να εκτιμά και να σέβεται την αξία όλων των πλασμάτων και ότι τα ζώα έχουν τα ίδια δικαιώματα με τους ανθρώπους, όσων αφορά την ζωή τους. Το τελευταίο επεισόδιο είναι πολύ συγκινητικό διότι μετά από τόσες περιπέτειες, αποχωρίζεται το κοπάδι της βασίλισσας Άκα και σταματά να μπορεί να συνεννοείται μαζί τους.



Όπως πάρα πολλοί ειδικοί συμφωνούν, ίσως η καλύτερη σειρά κινουμένων σχεδίων που γυρίστηκε ποτέ. Η σειρά «αφιερώνεται» στους «φωστήρες» και «ειδικούς» που γέμισαν τη τηλεόραση με βία, «σκουπίδια», τέρατα και γενικά κάθε λογής σαβούρα που κυκλοφορεί τα τελευταία χρόνια και εισάγεται (κυρίως από τις ΗΠΑ και Ιαπωνία) στην Ελλάδα για να ''διασκεδάσει'' και να ''διαπαιδαγωγήσει'' τα παιδιά μας.


Οι τίτλοι των 52 επεισοδίων της σειράς:
Nils Holgersson Ep1 (Ο νάνος)
Nils Holgersson Ep2 (To κάλεσμα των Αγριόχηνων)
Nils Holgersson Ep3 (Σμύρε η αλεπού)
Nils Holgersson Ep4 (Τα μικρά σκιουράκια)
Nils Holgersson Ep5 (Το κάστρο του Φιτσγκόλφερ)
Nils Holgersson Ep6 (Ο διαγωνισμός των Αγριόχηνων)
Nils Holgersson Ep7 (Το κάστρο του Γκλήμινγκε)
Nils Holgersson Ep8 (Η γιορτή των ζώων για την άνοιξη)
Nils Holgersson Ep9 (Η περίοδος των βροχών)
Nils Holgersson Ep10 (Η μάχη στον Ροννεμπί ποταμό)
Nils Holgersson Ep11 (Το άγαλμα του Καλσκρόνα)
Nils Holgersson Ep12 (Ντάνφην)
Nils Holgersson Ep13 (Τα πρόβατα στο νησί του Καν)
Nils Holgersson Ep14 (Η βυθισμένη πόλη)
Nils Holgersson Ep15 (Ο θησαυρός του Σόνερμπο)
Nils Holgersson Ep16 (Τα κοράκια κάνουν εκλογές)
Nils Holgersson Ep17 (Γιάρο ο κράχτης)
Nils Holgersson Ep18 (Η μεγάλη λίμνη των πτηνών)
Nils Holgersson Ep19 (Γκραουφελ το ελάφι)
Nils Holgersson Ep20 (Η εκδίκηση του φιδιού)
Nils Holgersson Ep21 (Η μάγισσα του καιρού)
Nils Holgersson Ep22 (Στις Αρκούδες)
Nils Holgersson Ep23 (Ο Βασιλιάς των Κύκνων)
Nils Holgersson Ep24 (Ο αλυσοδεμένος Σκύλος)
Nils Holgersson Ep25 (Ουψάλα)
Nils Holgersson Ep26 (Ο σκληρόκαρδος αγρότης)


Nils Holgersson Ep27 (Οι αδερφές της Ντάνφην)
Nils Holgersson Ep28 (Ο βιολιστής Κλεμεντ)
Nils Holgersson Ep29 (Ο Αετός Γκόργκο)
Nils Holgersson Ep30 (Πείνα)
Nils Holgersson Ep31 (Η Πρωτοχρονιά των Ζώων)
Nils Holgersson Ep32 (Πυρκαγιά στο Δάσος)
Nils Holgersson Ep33 (Ο καυγάς των Πουλιών)
Nils Holgersson Ep34 (Ο μεγάλος παγετός)
Nils Holgersson Ep35 (Asa & Maats)
Nils Holgersson Ep36 (Άνοιξη στη Λάπλαντ)
Nils Holgersson Ep37 (Η μικρή Χήνα σε κίνδυνο)
Nils Holgersson Ep38 (Καλοκαίρι στη Λάπλαντ)
Nils Holgersson Ep39 (Αποχαιρετώντας τον Γκόργκο)
Nils Holgersson Ep40 (Η κυρία Φινμάλην)
Nils Holgersson Ep41 (Η νύχτα των Μαγισσών)
Nils Holgersson Ep42 (Ο Άσατορ και οι Γίγαντες)
Nils Holgersson Ep43 (Περιπέτεια στη σπηλιά )
Nils Holgersson Ep44 (Ο Μπατάκι παγιδευμένος)
Nils Holgersson Ep45 (Ο μαγεμένος κήπος)
Nils Holgersson Ep46 (Το εμπόριο με τους Γλάρους)
Nils Holgersson Ep47 (Ο σιδηρουργός της Νταλάρνα)
Nils Holgersson Ep48 (Αποχαιρετώντας την Σμύρε)
Nils Holgersson Ep49 (Μια δύσκολη απόφαση)
Nils Holgersson Ep50 (Ο Θαμμένος Θησαυρός)
Nils Holgersson Ep51 (Η επιστροφή)
Nils Holgersson Ep52 (Αποχαιρετώντας τις Αγριόχηνες)


Το κείμενο το συγκεντρώσαμε από διάφορες ιστοσελίδες, κυρίως όμως από εδώ: http://lefobserver.blogspot.com


Το θαυμαστό ταξίδι του Νιλς Χόλγκερσον (Τίτλοι αρχής - Α' έκδοση)



Το θαυμαστό ταξίδι του Νιλς Χόλγκερσον (Τίτλοι αρχής - Β' έκδοση)



Δείτε εδώ το πρώτο επεισόδιο της σειράς και αναπολήστε τα παιδικά σας χρόνια...:



10 wallpaper με τον Spiderman!


Έπειτα από την παρουσίαση του πορτρέτου κάθε υπερήρωα, θα σας δίνουμε και μερικά wallpaper για την επιφάνεια εργασίας σας! Απολαύστε, λοιπόν, 10 από τα ωραιότερα wallpaper του Spiderman!











Σάββατο 30 Μαΐου 2015

Πώς να ξεγελάσεις τον χρόνο


Κάποιες (όχι πολύ αισιόδοξες) σκέψεις από μια παρέα πενηντάρηδων για τον χρόνο που περνάει

«Πριν από λίγο έζησα την ήττα της ζωής µου», είπε ο Γιώργος πλησιάζοντάς μας, χωρίς καλά-καλά να χαιρετίσει, εμφανώς ταραγμένος. Στο μετρό που τον έφερνε στο εστιατόριο όπου είχαμε ραντεβού όλη η παρέα (για γαστριμαργικό όργιο μετά άφθονης οινοποσίας), ένα κορίτσι, «δεν ήταν πάνω από 12 χρόνων», του παραχώρησε τη θέση του. Κίνηση, θα μου πείτε, η οποία φανερώνει άνθρωπο που μεγάλωσε με αρχές, που διαθέτει ευγένεια, σεβασμό και έγνοια για τον διπλανό του. Όταν όμως ο αποδέκτης του σεβασμού είναι 48 ετών, όπως ο Γιώργος (και όπως όλοι, πάνω-κάτω στην παρέα μας), τότε τρία τινά συμβαίνουν: ή το κορίτσι που σηκώνεται για να καθήσεις είναι ζαβό, ή είναι παλιοκόριτσο και σε δουλεύει, ή εσύ, ο «παππούς», φαίνεσαι πολύ μεγαλύτερος από την ηλικία σου. Και για έναν «παππού» σαν τον Γιώργο, που πηγαίνει τρεις φορές την εβδομάδα στο γυμναστήριο για CrossFit, που παίρνει μέρος στον γύρο της Αθήνας και που κάνει κάθε μήνα πίλινγκ με άλατα της Νεκράς Θάλασσας, το να του παραχωρείς τη θέση σου είναι πανωλεθρία. Έγινε, όπως καταλαβαίνετε, τρελή καζούρα εκείνο το βράδυ, μέχρι και χαμόμηλο του παραγγείλαμε με το κυρίως πιάτο του. Όμως, όταν αρχίσαμε να το συζητάμε σοβαρά, φάνηκε πως όλοι οι πενηντάρηδες είχαμε θορυβηθεί από το πάθημά του. Επειδή όλοι κάναμε τελευταίως διάφορες (όχι πολύ αισιόδοξες) σκέψεις για την ηλικία μας, για τον χρόνο που περνάει και μας αφήνει πίσω και που ακόμη και αν λιώσουμε στο CrossFit δεν τον προφταίνουμε.

«Τι τα θες, γεράσαµε» είπε κάποια στιγμή η Μάχη, για να εισπράξει φαρμακερές ματιές. «Εσύ γέρασες, εγώ αισθάνομαι νεότατη», έσπευσε να βάλει τα πράγματα στη θέση τους η Άννα. «Δεν πά' να αισθάνεσαι όπως θέλεις, σημασία έχει πώς δείχνεις, από αυτό κρίνεσαι». «Πώς δείχνω;». «Μια χαρά πενηντάρα». «Είμαι 48, η πιο μικρή από όλους». «Είσαι 49, τέσσερις μήνες μικρότερη από εμένα». Επειδή είδα πως η συζήτηση όδευε προς καβγά, παρενέβην για να παρατηρήσω πως όλοι δείχνουμε μικρότεροι από την ηλικία μας. «Εσύ θα δείχνεις μικρότερος μόνο αν κόψεις τα γένια σου που σε κάνουν να μοιάζεις με τον Γέροντα Παΐσιο». Αυτό πόνεσε. Όπως πόνεσε και το άλλο, της Αννας, που όποτε επιχειρεί να πει κάτι καλό λέει ό,τι χειρότερο: «Εμένα, πάλι, μου αρέσεις πολύ με τα μούσια. Μπορεί να σε γερνάνε, αλλά πάντα προτιμούσα τους σιτεμένους άνδρες». Της χαμογέλασα τρυφερά και άδειασα με τρόπο όλο το περιεχόμενο της πιπεριέρας στο πιάτο της. «Εγώ συνειδητοποίησα πως μεγαλώσαμε όταν είδα τη Ρένια Λουιζίδου στον "Βιολιστή στη στέγη"» συνέχισε η Μάχη, «γιατί παρατήρησα ότι εκεί που έπαιζε τις σέξι ερωμένες και τις τσαπερδόνες, βρέθηκε να κάνει τη μαμά πέντε μεγάλων κοριτσιών, τα τρία εκ των οποίων ήταν μάλιστα της παντρειάς». «Καλά, αυτό είναι κόντρα ρόλος». «Κόντρα είναι αυτό που κάνεις εσύ, Γιώργο», αποφάσισε να τον αποτελειώσει η Μάχη, «που νομίζεις ότι επειδή απλώνεις στα μούτρα σου όλο το Ισραήλ και την Ιορδανία ξεγελάς τον χρόνο!». Μελαγχολήσαμε. «Εδώ που τα λέμε, το κορίτσι που σου παραχώρησε τη θέση του, δεδομένης της διαφοράς ηλικίας ανάμεσά σας, θα μπορούσε να είναι κόρη σου, οπότε...». «Μάχη, σκάσε!». «Σκάω». Έτσι σιωπηλοί, συνεχίσαμε να βουτάμε τις μπουκίτσες μας στο ελαιόλαδο της σαλάτας -είναι αντιγηραντικό λένε (το ελαιόλαδο, όχι το ψωμί)- και να παρατηρούμε τις παρέες που όσο έπεφτε η νύχτα πλημμύριζαν την πλατεία στο Γκάζι. Νέοι, κεφάτοι, χαριτωμένοι, γεμάτοι ενέργεια, ωραία ντυμένοι, αγκαλιασμένοι ή πιασμένοι χέρι χέρι, μιλούσαν και γελούσαν δυνατά προσπερνώντας μας... Προσπερνώντας μας! «Δηλαδή, εμείς τώρα θεωρούμαστε από όλους αυτούς μεσήλικοι, ε; Μεσήλικοι ή σχεδόν ηλικιωμένοι;» έσκυψε η Μάχη στο αφτί μου. «Μάχη, σκάσε! Σκάσε και κοίτα»...

Κοσμάς Βίδος
* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 3 Μαΐου 2015


Μικρός Σερίφης: Το αγαπημένο περιοδικό ενός ηλικιωμένου


Αναδημοσιεύουμε ρεπορτάζ του Γιάννη Κάκανου από την εφημερίδα «Χανιώτικα Νέα», της Πέμπτης 22 Σεπτεμβρίου 2005

Ευχάριστος στην παρέα, ευγενής και φιλόξενος ο μπάρμπα Μανώλης Καμπιανάκης από το Βουλγάρω ευτύχισε, όπως ισχυρίζεται, να καμαρώσει εννέα εγγόνια από τα τέσσερα παιδιά του και δέκα δισέγγονα μέχρι τώρα από ορισμένα εγγόνια του. Περνά ευχάριστα την ημέρα του κάνοντας όλες τις αγροτικές δουλειές και στις ελεύθερες ώρες του στο σπίτι, μετά την επιστροφή του από το καφενείο, διαβάζει «Μικρούς Σερίφηδες», αγαπημένα περιοδικά των εγγονών του, τα οποία αγάπησε κι εκείνος.
Πριν από κάμποσο καιρό επισκέφτηκα τη γειτονιά του, το Κατοχώρι του Βουλγάρω, μια γειτονιά με δύο ανθρώπους σήμερα, τον μπάρμπα Μανώλη και την καλή του γυναίκα την κυρά Ευθυμία, αλλά εκείνος απουσίαζε… Πες και ξαναπές, έστελνε μηνύματα εκείνος με όποιον έβρισκε για να πάω ξανά. Με αφορμή, λοιπόν, το πανηγύρι του Αγίου Ευσταθίου στο χωριό τους, πέρασα από το Κατοχώρι…
Με καλωσόρισε κρατώντας στα χέρια του ένα «Μικρό Σερίφη». Φώναξε την γυναίκα του και συνέχισε να διαβάζει το περιοδικό, ζητώντας συγνώμη, επειδή έφτανε στο τέλος και είχε αγωνία. Στη συνέχεια πήρε τον λόγο, λέγοντάς μας μεταξύ άλλων τα εξής:
«Είμαι γέννημα θρέμμα αυτής της γειτονιάς, έχοντας γεννηθεί το 1926, δηλαδή είμαι σήμερα 79 ετών. Με την καλή μου κυρά αποκτήσαμε τέσσερα παιδιά που μας χάρισαν εννέα εγγόνια και μέχρι τώρα έχουμε αξιωθεί να καμαρώσουμε δέκα δισέγγονα. Το μεγαλύτερο εγγόνι μας είναι 34 ετών και το μεγαλύτερο δισέγγονό μας 10 ετών. Ένας εγγονός μου έχει πρακτορείο εφημερίδων και περιοδικών και μου στέλνει τακτικά πολλούς «Μικρούς Σερίφηδες», που πολλές φορές διαβάζω και τέσσερις την ημέρα! Μου αρέσουν τόσο πολύ αυτά τα περιοδικάκια και με κάνουν να νιώθω έφηβος, παρά το ότι είμαι παππούλης, πλησιάζοντας το 80στό έτος της ηλικίας μου. Αναπολώ τα παιδικά μου χρόνια, τότε που στο δημοτικό σχολείο του χωριού μας πηγαίναμε 95 παιδιά. Αυτό λοιπόν το σχολείο, εδώ και δεκαπέντε χρόνια δεν λειτουργεί, αλλά στο χώρο του παρέμενε το νηπιαγωγείο στο οποίο ερχόταν και τα νήπια από τα Τοπόλια. Δυστυχώς, όμως, δεν ξέρω ακριβώς τους λόγους, έφυγε από εδώ το νηπιαγωγείο αλλά το Βουλγάρω ήταν και παραμένει κεφαλοχώρι, έχει πολλές νέες οικογένειες και δικαιούταν να έχει σε λειτουργία δημοτικό σχολείο και νηπιαγωγείο. Ακόμα, επειδή το χωριό μας είναι πλούσιο, παράγει τα πάντα και ο κόσμος του φιλόξενος… Τα δύσκολα χρόνια της κατοχής, έβρισκαν καταφύγιο πολλοί ξένοι. Μάλιστα δε, γι’ αυτό το λόγο βγήκε η μαντινάδα που θα σας πω:
Βουλγάρω μάννα των φτωχών,
παρηγοριά των ξένων,
εσύ’ σαι καταφύγιο
και των απελπισμένων…
Είναι κρίμα που τα χωριά μας ρημάζουνε και πάνε… δίχως να γίνεται το αυτονόητο. Πρέπει να αποκτήσουν ξανά τα χωριά μας ζωή…».

Το αρχείο της Άγριας Δύσης 6: Η σφαγή των Ινδιάνων στο Σαντ Κρικ (1864)


Οι πόλεµοι κατά των αυτόχθονων Ινδιάνων στη Βόρεια Αµερική απλώνονται από το 1622 έως το 1890, (κατά άλλους ως το 1918) τόσο στην αποικιακή περίοδο δηλαδή, όσο και στην περίοδο της Ανεξαρτησίας των Ηνωµένων Πολιτειών, και λήγουν µε την κατάκτηση των εδαφών των ιθαγενών που είτε σφαγιάστηκαν, είτε αφομοιώθηκαν είτε -αν σώθηκαν- ξεριζώθηκαν από τη γη τους. Οι γνωστότερες µάχες είναι στο Λιτλ Μπίγκχορν το 1876 όπου οι Σεγιέν νίκησαν κατά κράτος το ιππικό του στρατηγού Κάστερ ο οποίος και σκοτώθηκε, και στη θέση Πληγωµένο Γόνατο το 1890 -η τελευταία µάχη- όπου ο αµερικανικός στρατός έσφαξε τους Σιου. Η σφαγή στο Σαντ Κρικ είναι ένα επεισόδιο της άγριας και αιματηρής αυτής σύγκρουσης και γίνεται στη διάρκεια του αµερικανικού εµφυλίου (1861-1865), όταν µονάδες πολιτοφυλακής του Κολοράντο επιτέθηκαν ξαφνικά σε ένα φιλικό χωριό των Σεγιέν και έσφαξαν 170 Ινδιάνους κυρίως γυναικόπαιδα. Η Σώτη Τριανταφύλλου µας µεταφέρει στην καρδιά του οικισµού των Ινδιάνων, εκείνη την ηµέρα.


Το 1860 ο Τζον Τσίβινγκτον ήρθε στην πόλη µας, στο Ντένβερ Σίτι του Κολοράντο, για να ιδρύσει εκκλησία Μεθοδιστών. Ήτονε πάστορας, άνθρωπος των συνόρων και του Νόµου. Επειδής µια φορά στο Μιζούρι, είχε ανεβεί στον άµβωνα ανεµίζοντας δυο περίστροφα είχε αποχτήσει φήµη πιστολά. Εγώ ήµανε παπαδοπαίδι τις Κυριακές, τις άλλες µέρες δούλευα στο µπακάλικο του κυρίου Πόσνερ· σκληρός άνθρωπος ο µπάρµπα-Πόσνερ.
Εχτός από τα τρόφιµα, τις ζωοτροφές και τα τόπια τα υφάσµατα, στο µαγαζί πουλούσαµε µπιστόλια, σφαίρες και καψούλια: εγώ από όπλα δε σκάµπαζα, κι έτσι, όταν ο πόλεµος έφτασε κοντά µας, στο Κάνζας, έτρεξα να κρυφτώ στον καταυλισµό των Σαϊέν· ο πόλεµος γινόντανε ανάµεσα στους Γιάνκηδες και τους άλλους, που τους λέγανε συνοµοσπονδιακούς, γιατί, ιδέα δεν έχω. Οι Σαϊέν -οι ερυθρόδερµοι της περιοχής µας- µένανε στο Σαντ Κρικ, στον Αµµοπόταµο· κι είχανε αρχηγό τον Μπλακ Κετλ, τον Μαυροτσούκαλο. Ο Μαυροτσούκαλος µε υποδέχτηκε φιλόξενα: µε κέρασε ψητό καλαµπόκι, φασόλια, κιτρινοκολόκυθο· αργότερα έµαθα ότι ήτονε από το υστέρηµα της φυλής του· εµείς οι λευκοί είχαµε αρπάξει τη γη τους και καταστρέψει τις σοδειές τους· οι Σαϊέν λέγανε πως τα χλομά πρόσωπα -εµείς- µοιάζαµε µε τ’ ακριδοκοπάδια· γιατί, ιδέα δεν έχω. Εγώ πάντως δεν πείραζα κανέναν· ήµανε παπαδοπαίδι, κι ύστερα, για να γλιτώσω απ’ τις µάχες, κρύφτηκα, όπως είπα, στο χωριό του Μαυροτσούκαλου: µάζευα αγριόµουρα, έφτιανα σανό για τ’ άλογα και ψάρευα στο χείµαρρο µαζί µ’ ένα άλλο παιδί, το Μακρινό Σύννεφο· πιάναµε σολομούς µε το καµάκι. Περίεργα ονόµατα είχανε οι Ινδιάνοι· κι η γλώσσα τους ήτονε περίεργη αλλά είχανε µάθει κάµποσες δικές µας λέξεις -«ειρήνη», «φίλε», «κόπιασε», «ελάφι», «φωτιά», «ψάρι»- και, για να δείξουνε φιλία στους λευκούς, (φοβόντουσαν κι εκείνοι σαν εµένανε) πάνω απ’ τη σκηνή του Μαυροτσούκαλου είχανε κρεµάσει την αστερόεσσα µε τα τριάντα τρία αστέρια: η περιοχή µας δεν είναι «πολιτεία»· δεν έχει δικό της αστέρι· γιατί, ιδέα δεν έχω· όσοι έρχονται από τ’ ανατολικά κι απ’ τα βόρεια µας λένε «Άγρια Δύση». Δίπλα στην αστερόεσσα κυµάτιζε µια σηµαία άσπρη· σηµαία δίχως σχέδια και ζωγραφιές δεν είχα ξαναδεί· πού να δω; Μεγάλωσα στα Βραχοβούνια· ο πατέρας µου κι η µάνα µου ήρθαν το ‘50 απ’ το Μέριλαντ· ξεκίνησαν µε καραβάνι για την Καλιφόρνια, για να φτυαρίσουνε να βρούνε χρυσάφι· όµως δε φτάσανε· µείναν εδώ στο ανατολικό Κολοράντο κι ο πατέρας µου έγινε κολλήγος στα σταροχώραφα, η µάνα µου ράφτρα. Λίγοι χρυσοθήρες πλούτισαν στην Καλιφόρνια· οι περσότεροι σταµάτησαν στα µισά του δρόµου -στις πεδιάδες και στα οροπέδια- και φτιάξανε υποστατικά· καµπόσοι βρήκανε δουλειά στα ορυχεία και στο σιδερόδροµο· στο Ντένβερ Σίτι ανοίξανε καπηλειά, χαρτοπαιχτικές λέσχες και πορνεία. Όλα χρήσιµα ήτονε.
Κύλαγε ο καιρός στον καταυλισµό χωρίς να ξεµυτίζω: ακούγαµε για πολύνεκρες µάχες στο Βίκσµπεργκ και στην Τσατανούγκα, στο Κολντ Χάρµπορ και στην Ατλάντα· για την έρηµη, την καµµένη γη που αφήναν ξοπίσω τους οι στρατιώτες· όλα τα µαθαίναµε, αν κι αργοπορηµένα, από ιχνηλάτες κι από οδηγούς αγελαδοπροβάτων που αναζητούσαν στη Δύση καινούργια βοσκοτόπια. Αχ, θεούλη µου, προσευχόµουνα, ας σταµατήσει ο πόλεµος πριν απ’ τα Βραχοβούνια· κι εκείνος ο Τσίβινγκτον, που έλεγε πως θα ξεπαστρέψει όλους τους συνοµοσπονδιακούς κι όλους τους κόκκινους διαβόλους, ας κάτσει στ’ αβγά του· κι αφού το λαχταράει τόσο, ας γενεί βουλευτής, συγκλητικός, κυβερνήτης· οτιδήποτε παρεχτός στρατιωτικός. Τον Τσίβινγκτον τον έτρεµα· είχε κατατροπώσει τους συνοµοσπονδιακούς στο Πέρασµα Γκλοριέτα στο Νέο Μεξικό -την έπεσε µε τους δικούς του σ’ ένα τρένο µε προµήθειες- αλλά µερικοί πιστεύανε πως δεν ήτονε ήρωας, πως ήτονε χασάπης. Έπειτα, έγραψε ο ίδιος στην εφηµερίδα του Ντένβερ (πώς το έγραψε; Ήξερε γράµµατα;) ότι τ’ «άγρια θηρία» οι Σαϊέν, εχτός που τρωγόντουσαν αναµεταξύ τους (ψέµα), εχτός που είχανε κατασκηνώσει παράνοµα στον Αµµοπόταµο (ψέµα), είχανε κλέψει κι ένα λευκό αγόρι, εµένανε: ψέµα! Μοναχός µου πήγα στο χωριό κι οι Σαϊέν µε ταΐσανε και µου βρήκανε νύφη.
Το φθινόπωρο του 1864, ενώ εγώ είχα γίνει ένα µε τους Ινδιάνους -µέχρι και το χορό του ήλιου έµαθα· ο Μαυροτσούκαλος, όπως είπα, µε προξένεψε µε µια κοπέλα κι αρραβωνιάστηκα- ακούσαµε ότι, σε σύναξη διακόνων στην εκκλησιά του Ντένβερ Σίτι, ο Τσίβινγκτον ορκίστηκε ν’ αφανίσει τους Σαϊέν. Για να δικιολογήσει το κήρυγµα του πολέµου µε τους Ινδιάνους, τους κατηγόρησε πωςλεηλάτησαν το ράντσο του Ρίπλεϊ στην όχθη του Πλατ· ο κυρ-Ρίπλεϊ, είπε, ζήταγε εκδίκηση. Ποιος ήτονε αυτός ο Ρίπλεϊ ιδέα δεν έχω.
Τι έπαθα ο δόλιος! Ήρθα στο ινδιάνικο χωριό για να σωθώ απ’ τον πόλεµο των λευκών µε τους λευκούς, και να που οι λευκοί είχανε κι άλλο σχέδιο! Τι να κάµω; Άµα δεν ξέρεις τι να κάµεις, µένεις ακούνητος και περιµένεις. Οι Ινδιάνοι αρχηγοί -ο Μαυροτσούκαλος, ο Ασπροφτέρης, ο Μονόφθαλµος κι ο Αρκουδόταυρος- δε µείνανε ακούνητοι: ζητήσανε ειρηνικές διαπραγµατεύσεις µε τον κυβερνήτη του Κολοράντο, τον Τζον Έβανς, και τους στρατηγούς Γουάινκοοπ και Κέρτις (τούτος ήτονε ινδιανοφάγος, τον ήξερα ακόµα κι εγώ που δεν ξέρω τίποτις)· θέλαν να σιγουρέψουνε τη γη τους στον Αµµοπόταµο και ν’ αποτρέψουνε τις έχθρες και το αίµα. Αλλά ο Μαυροτσούκαλος επέστρεψε στο χωριό στεναχωρηµένος· είπε πως οι λευκοί τον είχανε περιφρονήσει· µερικοί δικοί του -οι «Σκυλοστρατιώτες» απ’ τις φυλές Σαϊέν και Λακότα- τον κατηγόρησαν κιόλας για προδοσία· οι Ινδιάνοι αρχηγοί είχανε κάµει υπερβολικές παραχωρήσεις· µέσα σε δέκα χρόνια οι λευκοί τούς είχανε αρπάξει εννιά στα δέκα λιβάδια.
Παρ’ όλ’ αυτά, η ζωή συνεχίστηκε στον Αµµοπόταµο όπου ήρθανε καµπόσοι Αραπάχος απ’ τη φυλή του Αριστερού Χεριού και στήσανε σκηνές· οι Σαϊέν τούς κουτσοµπόλευαν επειδής µαγείρευαν αλλιώτικα την κιτρινοκολοκύθα· εγώ όµως δεν έβλεπα διαφορά ούτε στο µαγείρεµα της κιτρινοκολοκύθας, ούτε σε τίποτις άλλο. Όλοι οι ερυθρόδερµοι µού φαινόντουσαν ίδιοι.


Στις 29 Νοεµβρίου, το ξηµέρωµα, έγινε το κακό: ο Τσίβινγκτον µπούκαρε στο χωριό από τρία σηµεία· µας την πέσανε εφτακόσοι, µπορεί κι οχτακόσοι, καβαλάρηδες· οι «εθελοντές του Κολοράντο». Τι ήσανε αυτοί, ιδέα δεν έχω. Και µολονότι ξέραµε ότι ο Τσίνβιγκτον ετοιµαζόταν να µας ξεκληρίσει, οι λευκοί µάς έπιασαν στον ύπνο· µερικοί -οι νεότεροι- είχανε βγει κιόλας για κυνήγι· άλλοι τήραγαν την ανατολή αγουροξυπνηµένοι. Οι άντρες του Τσίβινγκτον είχανε όψη αγριεµένη και ξεµαλλιασµένη· «Θα σας λιανίσουµε!», ούρλιαζαν, «θα σας πάρουµε το σκαλπ, θα σας παλουκώσουµε, κοκκινοσατανάδες!» Εγώ, µες στο ποδοβολητό και στο κοµφούζιο, έτρεξα πίσω απ’ τα βράχια, ξάπλωσα µπρούµυτα κι ανάσαινα αργά µέσα-έξω· ούτε την αρραβωνιαστικιά µου σκέφτηκα, ούτε το Μακρινό Σύννεφο που ήτονε και κάπως αλαφροΐσκιωτο· ψιθύριζα από µέσα µου «άµα γλιτώσω, θα γυρίσω στην παλιά πατρίδα... άµα...»· δε φοβόµουνα µονάχα τα τουφέκια και τα µαχαίρια, φοβόµουνα και τα φίδια έτσι που ‘µουνα ξαπλωτός· τους κροταλίες, τους σκορπιούς... Αχ, οι παππούδες µου ήρθανε στην Αµερική για να βρούνε την τύχη τους, όχι για να τηνε χάσουνε: φύγαν απ’ την Ευρώπη µια χρονιά που ο χειµώνας εκεί ήτονε βαρύς και χαλάσαν τα χωράφια: θα µ’ άρεζε να γυρίσω εκεί πέρα και ν’ ανοίξω µπακάλικο, χωρίς οπλοπωλείο· µπακάλικο µε σακιά γεµάτα ωραία πράµατα και λιχουδιές. Και χωρίς τον µπαρµπα-Πόσνερ να µου ρίχνει σφαλιάρες. Λιγοθύµησα· απ’ το σαµατά των αλόγων κι απ’ τα βόλια που σφύριζαν· όταν συνήρθα, βρέθηκα καταµεσής στη µάχη: σκοτωµένοι ολόγυρα, καταµατωµένοι, κι εγώ λουφαγµένος σα πτώµα µε τα χέρια στ’ αυτιά για να µην ακούω τις κραυγές -όχι τόσο τις πολεµικές -γιαχού-γιαχού και ιιιιι- αλλά περσότερο τα ουρλιαχτά, τις σκουξιές της αγωνίας και τους µισοτελειωµένους θρήνους των σφαγµένων. Δεν ξέρω πώς γλίτωσα· πώς δεν µε κάναν κοµµατάκια οι άντρες του Τσίβινγκτον: όταν σήκωσα το κεφάλι, είχε βραδιάσει και στο φεγγαρόφωτο λάµπαν τα ξεδαρµένα κουφάρια· στο χώµα κείτονταν πόδια χωρίς σώµα· κεφάλια χωρίς µάτια· κρανία χωρίς δέρµα και µαλλιά. Οι καβαλάρηδες του Κολοράντο είχανε αποχωρήσει στολίζοντας τα καπέλα και τις σέλες τους µε ανθρώπινα µέλη· µέλη απόκρυφα: πολύ φριχτή αυτή η πράξη, ευτυχώς που δεν την είδα µε τα µάτια µου· όπως είπα, είχα χώσει τη µούρη µου στο χώµα κι έκαµα τον ψόφιο.
Έτσι πέρασα ολάκερη τη µέρα και την κρύα νύχτα π’ ακολούθησε.
Τι είδα µε τα µάτια µου: είδα τον αρχηγό Λευκή Αντιλόπη ακρωτηριασµένο δίπλα σ’ ένα σωρό -σα λόφο- ψιλοκοµµένα πτώµατα γυναικών και παιδιών· την αρραβωνιαστικιά µου δεν την είδα, ούτε ζωντανή, ούτε πεθαµένη· άρα, σκέφτοµαι µε το µυαλό µου, τη βιάσανε και τη σφάξανε όπως τις άλλες Ινδιάνες. Μετρήσαµε 163 νεκρούς· καµιά σαρανταριά από δαύτους ήσανε γερόντια· όλοι οι Ινδιάνοι αρχηγοί που ‘θελαν ειρήνη µε τους λευκούς εξολοθρεύτηκαν. Εχτός απ’ το Μαυροτσούκαλο: τονε βρήκαµε σκυµµένο πάνω απ’ τη γυναίκα του που έβγαινε η ψυχή της. Αν βγήκε τελικά, ή αν συνέφερε, δεν έχω ιδέα.
Τις πρώτες µέρες µετά το µακελειό στο Σαντ Κρικ, ο Τζον Τσίβινγκτον δοξάστηκε· αργότερα όµως, ένας λοχαγός, ο Σάιλας Σουλ, που ‘χε αρνηθεί να υπακούσει στις διαταγές του, τονε κατάγγειλε στο στρατό: είπε ότι οι εθελοντές του Κολοράντο όχι µόνο είχανε σφάξει αµάχους αλλά είχανε βιάσει γυναίκες και παιδιά, είχανε κρεµάσει κοµµένα χέρια στα κοντάρια των σηµαιών κι είχανε κάνει επίδειξη ινδιάνικων σπλάχνων στα σαλούν. Περίµενα ότι θα τονε διώξουνε απ’ το στρατό, ή ότι θα του ξηλώσουνε τα γαλόνια του συνταγµατάρχη· αλλά τίποτις δεν έγινε: ο Τσίβινγκτον µετακόµισε στη Νεµπράσκα· αργότερα µάθαµε πως γύρισε στην πατρίδα του, το Οχάιο, για να γενεί αγρότης· τέλος, µας ξανακουβαλήθηκε στο Ντένβερ σα βοηθός σερίφη. Στο µεταξύ, εγώ έγινα δαχτυλοδειχτούµενος: επειδής «προσχώρησα», είπαν, «στους ιθαγενείς»· επειδής παντρεύτηκα ερυθρόδερµη (µα, δεν πρόλαβα!), κι άλλαξα τ’ όνοµά µου σε «Μακρινό Σύννεφο»· ψέµα! Μακρινό Σύννεφο λέγανε το φίλο µου που ψαρεύαµε µαζί στο ρυάκι.
Γυρίζοντας στο Ντένβερ Σίτι, ξανάπιασα δουλειά στο µπακάλικο: όµως δεν είµαι πια το µπακαλόπαιδο που δεν ξέρει τίποτις εχτός απ’ το να πουλάει φασόλια. Μετά απ’ όλον εκείνο τον καιρό στο χωριό των Σαϊέν, και µετά απ’ όσα γινήκανε, έµαθα ένα κάρο πράµατα· όχι µονάχα πώς να µαγειρεύω µε δυο τρόπους την κιτρινοκολοκύθα. Στην εκκλησιά δε µε ξαναδεχτήκαν γιατί, είπαν, είµ’ ειδωλολάτρης. Μαζεύω ακόµα λεφτά για να πάρω το καράβι για την Ευρώπη· ο κυρ-Πόσνερ µού δίνει έντεκα δολάρια τη βδοµάδα· βάζω στον κουµπαρά µου εξήντα µ’ εβδοµήντα σέντσια. Δε µε πειράζει πια ο σκληρός του χαραχτήρας· συµβαίνουνε χειρότερα απ’ τις αγριοφωνάρες και τις σφαλιάρες του µπαρµπα-Πόσνερ: στον πόλεµο σκοτώθηκαν εκατοντάδες χιλιάδες· οι Ινδιάνοι κάπνισαν την πίπα του πολέµου κι αρχίσανε αντίποινα· µονάχα ο Μαυροτσούκαλος επέµεινε στη συµφιλίωση· του κάκου όµως. Και σα να µη φτάναν όλα τούτα, εχτελεστές του Τσίβινγκτον πυροβολήσανε πισώπλατα το λογαγό Σουλ.
Πόσο µόνος νιώθω εδώ στην καινούργια πολιτεία του Κολοράντο! Σαν τις ψυχές των αβάφτιστων ανθρώπων που αιωρούνται στην απεραντοσύνη τ’ ουρανού…


Το κείμενο γράφτηκε από την συγγραφέα Σώτη Τριανταφύλλου και δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ, στις 3 Αυγούστου 2010...

Ελληνικά Comic Books 4: Σομόζα και Γόμορρα (1988)


Σομόζα Και Γόμορρα: Ο Φρανκ Κάππα Στη Νικαράγουα
Δημιουργός: Manfred Sommer (Ισπανία, 1933-2007)
Εκδόσεις: Μαμούθ Comix, 1988
Μετάφραση: Γιώργος Χρυσοβιτσάνος
Lettering: Σ. Μεταξά
Σχήμα: 21x28
Σελίδες: 64
Εσωτερική εκτύπωση: Α/Μ

Περιέχει τα κόμικς του Frank Cappa: Σομόζα και Γόμορρα, Εκείνη την ημέρα στη Βαρκελώνη, Η Πόλη των τριών εκατομμυρίων απολαύσεων. Ένα εξαιρετικό κόμικς άλμπουμ, ύμνος στη δημοσιογραφία.

Νικαράγουα 1979. Μια ομάδα των Σαντινίστας αγωνίζεται μέσα στη ζούγκλα. Ηγέτης της είναι ένας απλός ορεσείβιος αγρότης, ο Αλφόνσο Νοριέγκα, ο επονομαζόμενος "Κομαντάντε Αλφόνσο". Στόχος τους είναι ένας επαρχιακός δρόμος, όπου θέλουν να παρασύρουν σε ενέδρα ένα κονβόι από κυβερνητικά οχήματα. Ο Φρανκ Κάππα έχει ενωθεί με τους αντάρτες γιατί θέλει να κάνει ένα ρεπορτάζ για τον αγώνα τους. Κατά τη διάρκεια της πορείας τους γίνονται μάρτυρες -χωρίς να μπορούν να κάνουν τίποτα- μιας εξόντωσης αμάχων που προσπαθούσαν να γλιτώσουν από την κόλαση του εμφυλίου πολέμου.

Τόσο η κεντρική ιστορία, που είναι 49 σελίδες, όσο και οι 2 ολιγοσέλιδες που συμπληρώνουν το βιβλίο, είναι αντιπολεμικά έργα τέχνης.



Εσωτερική σελίδα και οπισθόφυλλο της έκδοσης

Πληροφορίες και εικόνες από:
http://historyofcomics.blogspot.gr
http://www.greekcomics.gr

Πορτρέτα Υπερηρώων 1 - Άνθρωπος Αράχνη (Spider Man)

ΓΡΑΦΕΙ ΚΑΙ ΣΧΕΔΙΑΖΕΙ Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΓΚΕΖΕΡΛΗΣ



Το 1962 έκανε την εμφάνιση του ένας νέος ήρωας ο οποίος θα ταυτιζόταν αμέσως με τους έφηβους της εποχής. Μέχρι τότε οι έφηβοι ήρωες είχαν δευτερεύοντες ρόλους στα κόμικς, μέχρις ότου οι Stan Lee και Steve Ditko εμπνευστήκαν έναν έφηβο, νέο ήρωα. Τον Άνθρωπο Αράχνη (Spider Man).
O Πήτερ Πάρκερ, εμφανίστηκε ως ένας έφηβος μαθητής και μάλιστα «σπασίκλας» που μένει στο Forest Hills του Queens στη Νέα Υόρκη με την θεία του, Μέη και τον άνδρα της Μπεν. Ήταν η κλασσική περίπτωση του βιβλιοφάγου μαθητή, απαρατήρητος ανάμεσα στους άλλους. Αυτά όμως επρόκειτο να αλλάξουν από τη στιγμή που δέχτηκε το τσίμπημα μιας ραδιενεργούς αράχνης κατά τη διάρκεια ενός πειράματος.


Η ραδιενέργεια που είχε μεταλλάξει τον γενετικό κώδικα της αράχνης εισχώρησε στο σώμα του Πήτερ, προκαλώντας αλλαγές σε όλους τους ιστούς του σώματος του. Ο μυικός του όγκος αυξήθηκε, κάνοντάς τον ικανό να σηκώνει βάρος 25 τόνων, με τις γροθιές του είναι ικανός να σκοτώσει άνθρωπο και με τα επίσης δυναμωμένα του πόδια μπορεί να εκτελεί τεράστια άλματα. Επίσης απέκτησε την ικανότητα, με τη βοήθεια μικροσκοπικών τριχιδίων στα δάχτυλά του, να κολλά και να αναρριχάται σε οποιαδήποτε επιφάνεια. Γύρω από τους καρπούς του έχει μηχανισμούς, δικής του επινόησης, εκτόξευσης συνθετικού ιστού, αλλά μετά τα γεγονότα του Disassembled είναι ικανός να δημιουργήσει ιστό οργανικής προέλευσης ο οποίος αποτελείται από μετάξι.
Η υπερδύναμη που ίσως κάνει τον Σπάιντερ Μαν να ξεχωρίζει είναι η έκτη του αίσθηση, η αποκαλούμενη και «αραχνοαίσθηση». Αυτή είναι που τον προειδοποιεί όταν υπάρχει κίνδυνος προκαλώντας του «γαργάλημα» στο νωτιαίο μυελό.
Με αυτές του τις δυνάμεις ο Πήτερ προσπαθεί να εισχωρήσει στο χώρο του θεάματος αφού εύκολα θα μπορούσε να βγάλει πολλά χρήματα χρησιμοποιώντας τα περίτεχνα κόλπα του. Εντούτοις όμως δεν ασχολείται καν με έναν κλέφτη που πέφτει πάνω του και τον αφήνει να φύγει. Μετά από λίγο καιρό ο θείος του, Μπεν, πέφτει νεκρός από τις σφαίρες του κλέφτη που άφησε να φύγει. Τι τραγικό παιχνίδι της μοίρας... Έτσι ο νεαρός Πήτερ μαθαίνει από πρώτο χέρι τι σήμαιναν τα λόγια του θείου του «μεγάλη δύναμη σημαίνει και μεγάλη ευθύνη» και αποφασίζει να γίνει διώκτης του εγκλήματος.


Ο Πήτερ μένει τώρα με τη θεία του, Μέη και αντιμετωπίζουν οικονομικά προβλήματα, έτσι αρχίζει να δουλεύει ως φωτογράφος στην εφημερίδα Daily Bugle, όπου γνωρίζει την Betty Brand, πουλώντας φωτογραφίες στον εκδότη Τζόνα Τζέιμσον που γίνεται φανατικός διώκτης του Spider Man, παρά το γεγονός ότι έσωσε τον γιό του. Εκείνη την εποχή βρίσκεται στην Φλόριντα όπου συναντά τον Dr. Curt Connors, ο οποίος πειραματίζεται με ένα εμβόλιο που είχε σκοπό να επαναφέρει χαμένα ανθρώπινα άκρα με βάση γονίδια ερπετών. Το εμβόλιο μετέτρεψε τον καλό γιατρό στον Lizard, με τον οποίο ο Spiderman είχε μια τρομερή μάχη αλλά τελικά κατάφερε να επαναφέρει τον Curt.


Ο Πίτερ παίρνει υποτροφία για το πανεπιστήμιο του Empire State όπου συναντά τον Harry Osborn και την Gwen Stacy μαζί με τον Flash που είχε πάρει αθλητική υποτροφία και κάνουν παρέα έχοντας ως στέκι το Coffee Bean. Εκεί μονομαχεί με τον Green Gobbin ο οποίος είναι ο Norman Osborn, πατέρας του Harry.
Ο Πήτερ συναντά για πρώτη φορά τη Mary-Jane Watson σε τυφλό ραντεβού που έχει ετοιμάσει η θεία του, May. Ο έρωτας ήταν κεραυνοβόλος! Εν τω μεταξύ οι μάχες του Spider Man με τα εγκληματικά στοιχεία συνεχίζεται. Τότε παρατάει τη δεύτερη ζωή του, αφού η υγεία της θείας του, οι βαθμοί του και οι σχέσεις του έπαιρναν την κάτω βόλτα. Πετάει τη στολή του και αφοσιώνεται στο διάβασμα και στους φίλους του. Εν τω μεταξύ η εγκληματικότητα χτυπάει κόκκινο και αφού σώζει έναν πολίτη αποφασίζει να επανέλθει.


Παρά το γεγονός ότι έβγαινε με την Mary, ο Πήτερ κατέληξε με τη Gwen. Ο αστυνόμος πατέρας της, φανατικός υποστηρικτής του Spider Man, σκοτώθηκε από μια καμινάδα που τον πλάκωσε καθώς προσπαθούσε να σώσει ένα παιδί. Έχοντας χάσει έναν από τους μεγαλύτερους υποστηρικτές του, με τη Gwen να κατηγορεί τον ίδιο για τον θάνατο του πατέρα της και τον Harry να εθίζεται στα ναρκωτικά, ο Πίτερ αποφασίζει να περάσει όλη τη ζωή του με τη Gwen και δημιουργεί ένα φίλτρο που θα τον απαλλάξει από τις δυνάμεις του. Αντιθέτως, το παρασκεύασμα, του έδωσε 2 παραπάνω ζευγάρια χέρια! Την περίοδο αυτή ο Green Goblin απαγάγει την Gwen και τη ρίχνει στη γέφυρα του George Washington. O Spider Man αναρρωμένος από την επίδραση του φίλτρου κατάφερε να την πιάσει με τον ιστό του αλλά η απότομη παύση της πτώσης, της έσπασε το λαιμό. Εξοργισμένος ο Spider Man ξυλοκοπεί τον αντίπαλό του, ο οποίος τελικά πεθαίνει καρφωμένος στο όχημά του, το glider, το οποίο είχε πάθει ατύχημα νωρίτερα.


Ενώ οι μάχες του Spider Man συνεχίζονται, μετά την αποφοίτησή του δέχεται μια θέση βιοχημικού για να διδάξει και απολύεται από την εφημερίδα. Εκείνη την περίοδο ο Michael Morbius χτυπήθηκε από κεραυνό όταν έπαιρνε δείγμα από το ραδιενεργό αίμα του Πήτερ. Ήταν για λύπηση και ο Πήτερ τον βοηθούσε. Τα πράγματα όμως δεν πήγαν όπως θα έπρεπε. Όταν ο Connors πρωτοθεραπεύτηκε από τον Lizard, ένα ποσοστό ραδιενέργειας χτύπησε τον Πήτερ, το οποίο πολλαπλασιάστηκε μετά τον κεραυνό που χτύπησε τον Morbius. Επειδή όμως ο Connors «έπαιζε» με γονίδια ερπετών η ραδιενέργεια μεταμόρφωσε τον Spider Man σε Spider-Lizard. Ευτυχώς ο Connors τον επανέφερε γιατί ήταν ανεξέλεγκτος!
Ακολούθησαν πολλές μάχες με διαφορετικούς εχθρούς κάθε φορά, όπως ο Hobgoblin, o Mr. Hide, o Cobra. Ο Spider Man μαζί με άλλους ηπερήρωες και υπερκακοποιούς στάλθηκαν από τον Beyonder, ένα ον που μελετούσε την ανθρώπινη συμπεριφορά, στον Battleworld. Όταν ο πόλεμος τελείωσε ο Spidey γύρισε στη γη με μια καινούρια μαύρη στολή που λειτουργούσε με το μυαλό, αλλά αργότερα, με τη βοήθεια του Mr. Fantastic, ανακάλυψε ότι επρόκειτο για εξωγήινο που ήθελε τον Πήτερ για ξενιστή. Κατάφερε όμως να ξεφορτωθεί τη στολή. Μετά από ακόμα περισσότερες μάχες η σχέση του με τη Mary-Jane έφτασε σε άλλο επίπεδο. Η ίδια ήξερε τα πάντα για τον Πήτερ και μοιράστηκαν τα δύσκολα της ζωής του. Ο Πήτερ της έκανε πρόταση γάμου, η Mary-Jane δέχτηκε και η τελετή του γάμου ήταν υπέροχη.


Ωστόσο η εξωγήινη στολή του Spidey ζητώντας εκδίκηση βρήκε για ξενιστή τον Edward Charles Brock. Αποκαλώντας τον εαυτό του Venom και ξέροντας ποιος είναι ο Spiderman ακολούθησε μια φοβερή εποχή μαχών μεταξύ τους. Τελικά ο Spiderman κερδίζει την τελική μάχη και ο Brock καταλήγει στη φυλακή. Αυτός τελικά καταφέρνει να το σκάσει με τη βοήθεια της εξωγήινης στολής του που απ' ότι φαίνεται ήταν και έγκυος! Ο Brock δραπέτευσε, όμως το νεογνό έμεινε στη φυλακή και βρήκε για ξενιστή τον συγκροτούμενό του, τον ψυχοπαθή δολοφόνο κατά συρροή, Cletus Cassidy. Ο Cassidy τώρα πια γνωστός ως Carnage συνέχισε το δολοφονικό του έργο σκοτώνοντας όποιον βρεθεί στο δρόμο του. Χρειάστηκαν οι συνδυασμένες δυνάμεις του Spider Man και του Venom για να τον βάλουν φυλακή. Όμως δραπέτευσε, συμμάχησε με τους Shriek, Demogoblin, Doppelganger και μαζί σκότωσαν ένα τεράστιο αριθμό ανθρώπων προτού να τους σταματήσουν μια ομάδα ηπερηρώων συγκροτημένη από τον Spider Man και τον Venom.
Η ζωή του Πήτερ συνεχίζεται με την Μαίρη-Τζέην όπως συνεχίζεται και με τους κακοποιούς. Πολεμώντας να προστατεύσει τους κοινούς ανθρώπους αλλά και τα πιο αγαπημένα του πρόσωπα είναι αναγκασμένος να βρίσκεται μεταξύ της σκιάς της μάσκας του και του φωτός της ανθρώπινης υπόστασής του…


Επιμέλεια παρουσίασης: adamsjim
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...